Παθήσεις μαστού

Ινοαδένωμα

Το ινοαδένωμα είναι ο συχνότερος καλοήθης όγκος του μαστού. Εμφανίζεται συνηθέστερα σε νεαρές γυναίκες της αναπαραγωγικής ηλικίας, μεταξύ 20 και 30 ετών.

Πως δημιουργούνται τα ινοαδενώματα;

Ο μαστός είναι ένας αδένας που αποτελείται από τα λόβια (μικρούς κυψελοειδείς χώρους όπου παράγεται το γάλα) και τους γαλακτοφόρους πόρους (λεπτά σωληνάρια όπου το γάλα μεταφέρεται στην θηλή). Το ινοαδένωμα είναι ένα λόβιο του μαστικού αδένα που υπερπλάσσεται, ο αδενικός ιστός και οι γαλακτοφόροι πόροι αναπτύσσονται γύρω από αυτό και δημιουργείται ένα συμπαγές σκληρό μόρφωμα. Συνήθως αναπτύσσεται κατά την περίοδο της εφηβείας και ακολουθεί την ανάπτυξη του μαστού.

Τα αντισυλληπτικά στις νεότερες και η λήψη σκευασμάτων ορμονικής υποκατάστασης στις μεγαλύτερες γυναίκες έχουν ενοχοποιηθεί πως συμβάλουν στην εμφάνισή τους. Γενικά τα ινοαδενώματα φαίνεται να διεγείρονται από τα οιστρογόνα, την προγεστερόνη και τη γαλουχία. Επίσης, η λήψη φαρμάκων που καταστέλλουν το ανοσοποιητικό σε ασθενείς που τους έχει γίνει μεταμόσχευση κάποιου οργάνου, έχει συνδεθεί με την εμφάνιση πολλαπλών ινοαδενωμάτων. Κατά την εγκυμοσύνη είναι συχνό το φαινόμενο της αύξησης του μεγέθους των ινοαδενωμάτων.

Τι χαρακτηριστικά έχουν;

Συνήθως τα ινοαδενώματα γίνονται αντιληπτά στην αυτοεξέταση του μαστού ως ένα ή πολλαπλά ογκίδια σκληρά, ομαλά κι ανώδυνα. Τα ογκίδια αυτά, συνηθέστερα όχι μεγαλύτερα από 2 cm, είναι κινητά (γλιστρούν κάτω από την πίεση των δακτύλων), ενώ μπορεί να παρουσιάζουν αυξομειώσεις του μεγέθους τους και να καταστούν επώδυνα λίγο πριν την έμμηνο ρύση. Σπανιότερα ανευρίσκονται τα γιγαντιαία ινοαδενώματα, τα οποία ξεπερνούν σε μέγεθος τα 5 cm. Πολλές φορές επίσης δεν γίνονται αντιληπτά ψηλαφητικά, αλλά αποτελούν τυχαίο μαστογραφικό ή υπερηχογραφικό εύρημα.

Σε ποσοστό περίπου 15% των περιπτώσεων εμφανίζονται περισσότερα του ενός ινοαδενώματα (πολλαπλά ινοαδενώματα) στην ίδια γυναίκα. Αυτά μπορεί να εμφανιστούν ταυτόχρονα ή διαδοχικά.

Πως γίνεται η διάγνωση;

Το ινοαδένωμα συνήθως γίνεται αντιληπτό με την αυτοψηλάφηση. Μπορεί όμως να αποτελεί και τυχαίο εύρημα σε έναν προληπτικό έλεγχο. Μία γυναίκα που έρχεται με ψηλαφητό εύρημα στον ειδικό γιατρό, θα πρέπει να υποβληθεί σε «τριπλή εκτίμηση» (triple assessment). Αυτή περιλαμβάνει την κλινική εξέταση, την μαστογραφία ή/και τον υπέρηχο μαστού και την βιοψία με λεπτή βελόνα (FNA) ή/και κόπτουσα βελόνα (Core Biopsy) για να επιβεβαιωθεί η καλοήθης φύση του μορφώματος.

Πρώτη εξέταση εκλογής είναι το υπερηχογράφημα, με το οποίο γίνονται εύκολα αναγνωρίσιμοι οι καλοήθεις χαρακτήρες αυτών των ογκιδίων. Εάν το υπερηχογράφημα δεν απεικονίσει επαρκώς τη βλάβη, ως επόμενη εξέταση προτείνεται η μαγνητική τομογραφία.

Θεραπεία και παρακολούθηση

Μικρά ινοαδενώματα (<2 cm), που δεν προκαλούν συμπτώματα, δεν μεταβάλλονται σε μέγεθος και η βιοψία τους δεν προκαλεί ανησυχία, δε χρειάζονται περαιτέρω θεραπεία, πλην επαναλαμβανόμενων ελέγχων με υπερηχογράφημα (παρακολούθηση για 4 εξάμηνα). Ινοαδενώματα όμως μεγαλύτερα σε μέγεθος από 3 cm, επώδυνα, σταδιακά αυξανόμενα σε μέγεθος και με στοιχεία ατυπίας στη βιοψία τους, θα χρειαστούν αφαίρεση.

Τα ινοαδενώματα που έχουν μέγεθος μεγαλύτερο από 2 εκατοστά σε γυναίκες πριν την εγκυμοσύνη αφαιρούνται χειρουργικά καθώς η πιθανότητα να μεγαλώσουν στην διάρκεια της εγκυμοσύνης και να γίνουν επώδυνα είναι μεγάλη.

Τα ινοαδενώματα που εμφανίζονται σε γυναίκες >30 ετών και έχουν μεγάλο μέγεθος τα ελέγχουμε με βιοψία με κόπτουσα βελόνη (core biopsy) με πολλαπλές λήψεις ιστοτεμαχίων για να επιβεβαιώσουμε ότι δεν είναι φυλλοειδής όγκος. Η κυτταρολογική εξέταση δεν έχει ένδειξη σε τέτοια μορφώματα γιατί δεν μπορεί να διαχωρίσει το ινοαδένωμα από τον φυλλοειδή όγκο. Οι φυλλοειδείς όγκοι απεικονιστικά μοιάζουν πάρα πολύ με τα ινοαδενώματα και παρότι κατά κανόνα είναι καλοήθεις, πρέπει να αφαιρούνται πάντα διότι παρουσιάζουν εσωτερική ετερογένεια και πιθανότητα κακοήθους εξαλλαγής.

Πότε είναι απαραίτητο το χειρουργείο;

Οι ενδείξεις για την χειρουργική εκτομή ενός ινοαδενώματος είναι πολύ συγκεκριμένες και έχουν ως εξής:

  • Ραγδαία αύξηση του μεγέθους ενός ινοαδενώματος (πάνω από 20% του όγκου) σε σύντομο χρονικό διάστημα (μέχρι 6 μήνες)
  • Μέγεθος ινοαδενώματος πάνω από 3 εκατοστά
  • Στοιχεία κυτταρικής ατυπίας σε παρακέντηση δια λεπτής βελόνης (ή άλλης βιοψίας)
  • Μεγάλο ινοαδένωμα σε μικρό μαστό που προκαλεί αισθητική παραμόρφωση

Η χειρουργική αφαίρεση του ινοαδενώματος γίνεται με γενική αναισθησία με μία μικρή τομή γύρω από την θηλή, στο όριο της θηλαίας άλω με το δέρμα του μαστού (στη γραμμή – όριο μεταξύ του σκουρόχρωμου τμήματος της θηλαίας άλω και του πιο ανοιχτού δέρματος του μαστού). Η τομή αυτή δεν αλλάζει την μορφή του μαστού και δεν αφήνει σημάδι. Τις πρώτες μέρες μετά το χειρουργείο υπάρχει μία μικρή σκληρία κάτω από την τομή η οποία όμως μετά από λίγο καιρό υποχωρεί. Η ασθενής επιστρέφει σπίτι της αργά το απόγευμα της ίδιας ημέρας, ή το αργότερο την επομένη.

Τα μικρά ινοαδενώματα μπορούν να αφαιρεθούν με μία νέα μη επεμβατική τεχνική «αναρρόφηση με την βοήθεια κενού» (Vacuum Assisted Excision Biopsy).

Υπάρχει κίνδυνος να προκαλέσουν καρκίνο;

Η πιθανότητα κακοήθους εξαλλαγής και η δημιουργία καρκίνου του μαστού ενός απλού ινοαδενώματος είναι πάρα πολύ μικρή και δεν διαφέρει από την γενική πιθανότητα ανάπτυξης καρκίνου του μαστού στα φυσιολογικά κύτταρα του αδένα. Μελέτες υπολογίζουν πως μόλις το 3 - 5‰ των κρουσμάτων ινοαδενώματος συνοδεύεται και από ανάπτυξη καρκινικών κυττάρων.

Πιο συχνά (και πάλι όμως σπάνια) έχει διαπιστωθεί να υπάρχει καρκίνος, συνήθως λοβιακού τύπου, δίπλα σ’ ένα ινοαδένωμα. Από την άλλη μεριά, πολύ σπάνια, ιδίως σε γυναίκες μετά τα 40, δεν αποκλείεται ένας όγκος που είχε διαγνωστεί ως ινοαδένωμα, να αποδειχθεί πως ήταν κακοήθης μετά την αφαίρεσή του.

Μία γυναίκα που έχει εμφανίσει ινοαδένωμα και έχει επιβαρημένο οικογενειακό ιστορικό, όπως επίσης οι γυναίκες που σε ιστολογική εξέταση έχουν και άλλες βλάβες του μαζικού αδένα, φαίνεται πως έχουν έναν πιο αυξημένο κίνδυνο να εμφανίσουν καρκίνο του μαστού.

Καρκίνος Μαστού

Οι μαστοί βρίσκονται στο θωρακικό τοίχωμα και αναπτύσσονται στις γυναίκες κατά τη διάρκεια της ήβης, όταν δηλαδή αρχίσουν να παράγονται οι γυναικείες ορμόνες (οιστρογόνα, προγεστερόνη) από τις ωοθήκες. Στον άνδρα, οι μαστοί παραμένουν ατροφικοί και σπάνια διογκώνονται (γυναικομαστία), οπότε ο άνδρας πρέπει να διερευνηθεί. Ο μαστός αποτελείται από 15-20 λόβια, τα οποία περιέχουν πολλά μικρά λοβίδια, που με τη σειρά τους περιέχουν αδένες που παράγουν το γάλα. Η παροχέτευση γίνεται από μικρούς σωλήνες (πόρους) που εκβάλλουν στη θηλή του μαστού, που βρίσκεται στο κέντρο μιας σκούρας περιοχής του δέρματος που ονομάζεται θηλαία άλως. Μεταξύ των λοβιδίων και των πόρων υπάρχει λίπος. Οι μαστοί περιέχουν επίσης λεμφαγγεία και λεμφαδένες που παγιδεύουν μικρόβια, καρκινικά κύτταρα και άλλες βλαβερές ουσίες εμποδίζοντάς τα έτσι να φθάσουν στην κυκλοφορία.

Ο καρκίνος του μαστού αναπτύσσεται από τα αδενικά κύτταρα των πόρων και των λοβιδίων. Σπάνια, όμως, αναπτύσσονται κακοήθειες και από τον λιπώδη ή τον μυϊκό ιστό, που λέγονται σαρκώματα. Κάθε διόγκωση του μαστού δεν είναι απαραίτητα καρκίνος. Αυτός προκύπτει όταν επιθηλιακά κύτταρα των πόρων ή των λοβίων ξεκινούν να αναπτύσσονται ανεξέλεγκτα. Ο καρκίνος του μαστού αναπτύσσεται προοδευτικά, διηθεί τα παρακείμενα όργανα ή ιστούς (δέρμα, μύες, λεμφαδένες) και αργότερα μπορεί να δώσει μεταστάσεις σε απομακρυσμένα όργανα (ήπαρ, πνεύμονες, οστά, εγκέφαλος κα).

Γενικά στοιχεία

Στην Ελλάδα, όπως και στις περισσότερες χώρες του Δυτικού Κόσμου ο καρκίνος του μαστού είναι η συχνότερη μορφή καρκίνου που προσβάλλει τις γυναίκες και αναλογεί σε περισσότερους από το ¼ όλων των καρκίνων. Η πιθανότητα να πάθει μια γυναίκα καρκίνο του μαστού μέχρι την ηλικία των 85 ετών είναι 1 στις 8.

Η συχνότητα εμφάνισης αυξάνει με την ηλικία. Είναι σπάνιος κάτω των 25 ετών, ενώ εμφανίζει συνεχή αύξηση μετά τα 30 χρόνια. Τα τρία τέταρτα των καρκίνων του μαστού εμφανίζονται μετά την ηλικία των 50 ετών. Η νόσος αποτελεί τη συχνότερη αιτία θανάτου σε γυναίκες 35-54 ετών, την πρώτη αιτία θανάτου από όλους τους καρκίνους της γυναίκας και τη δεύτερη (μετά από τις καρδιοαγγειακές παθήσεις) αιτία θανάτου σε μεγαλύτερες ηλικίες.

Ορισμένοι καρκίνοι του μαστού ανιχνεύονται όταν είναι ακόμη περιορισμένοι στους πόρους ή στα λόβια του μαστού. Οι συνηθέστεροι τύποι είναι το πορογενές καρκίνωμα in situ (μη διηθητικό) και το λοβιακό καρκίνωμα in situ. Οι περισσότεροι καρκίνοι του μαστού ανιχνεύονται όταν είναι διηθητικοί. Αυτό σημαίνει ότι ο καρκίνος έχει εξαπλωθεί έξω από τους πόρους ή τα λόβια του μαστού σε περιβάλλοντα ιστό.

Επιβαρυντικοί παράγοντες

Η ακριβής αιτία εμφάνισης του καρκίνου του μαστού δεν είναι γνωστή, αλλά ορισμένοι παράγοντες αυξάνουν τον κίνδυνο. Οι παράγοντες που είναι γνωστό ότι αυξάνουν την πιθανότητα να νοσήσει κανείς είναι οι εξής:

  • Ηλικία. Ο κίνδυνος ανάπτυξης καρκίνου του μαστού αυξάνει με την ηλικία, με τους περισσότερους καρκίνους να εκδηλώνονται στις γυναίκες μετά την ηλικία των 50 που έχουν ήδη μπει στο στάδιο της εμμηνόπαυσης. Σύμφωνα με στοιχεία του NHS (Εθνικό Σύστημα Υγείας της Αγγλίας), 8 στις 10 περιπτώσεις καρκίνου του μαστού συμβαίνουν σε γυναίκες άνω των 50 ετών.
  • Βεβαρημένο οικογενειακό ιστορικό. Οι γυναίκες με συγγενείς 1ου βαθμού (μητέρα, αδελφή, κόρη) που έχουν διαγνωστεί με καρκίνο μαστού, εμφανίζουν αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης της νόσου. Όσες περισσότερες είναι οι συγγενείς που έχουν νοσήσει (είτε από την πλευρά του πατέρα, είτε από της μητέρας) με τη συγκεκριμένη μορφή καρκίνου και μάλιστα σε νεαρή ηλικία (ένδειξη ότι πρόκειται για κληρονομούμενη μορφή της νόσου), τόσο περισσότερο αυξάνονται οι πιθανότητες ανάπτυξής της.
  • Γονιδιακή μετάλλαξη στα γονίδια BRCA-1, BRCA-2 και RAD51C. Οι μεταλλάξεις των γονιδίων αυτών συνδέονται με αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του μαστού και των ωοθηκών. Η μετάλλαξη των συγκεκριμένων γονιδίων μπορεί να διαπιστωθεί μέσω εξέτασης αίματος σε συγκεκριμένες ασθενείς που επιλέγονται για έλεγχο μέσω ειδικών κριτηρίων.
  • Έναρξη της εμμηνόρροιας σε ηλικία μικρότερη των 12 ετών, ή είσοδος στην εμμηνόπαυση μετά τα 55. Οι γυναίκες αυτές εμφανίζουν αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του μαστού διότι τα κύτταρα του στήθους έχουν εκτεθεί στα οιστρογόνα και την προγεστερόνη για μακρύ χρονικό διάστημα.
  • Εγκυμοσύνη στο πρώτο παιδί σε ηλικία μεγαλύτερη των 35 ετών, ή άτεκνες. Η εγκυμοσύνη έχει προστατευτική δράση ενάντια στον καρκίνο του μαστού δεδομένου ότι ωθεί τα κύτταρα του μαστού στην τελική φάση της ωρίμανσης, ενώ φαίνεται πως και ο θηλασμός δρα προστατευτικά ενάντια στην ανάπτυξη της νόσου.
  • Άτυπη υπερπλασία. Πρόκειται για ειδική αλλοίωση είτε στους πόρους είτε στα λόβια. Ο κίνδυνος ανάπτυξης καρκίνου του μαστού στις γυναίκες με διαγνωσμένη άτυπη υπερπλασία τετραπλασιάζεται σε σχέση με το γενικό πληθυσμό, ενώ εάν συνυπάρχει και κληρονομικό οικογενειακό ιστορικό, ο κίνδυνος ανάπτυξης της νόσου σημειώνεται έξι φορές μεγαλύτερος.
  • Προσωπικό ιστορικό καρκίνου του μαστού. Η γυναίκα που είχε στο παρελθόν νοσήσει με καρκίνο του μαστού στον ένα μαστό, έχει 1% με 2% πιθανότητες ανά έτος να αναπτύξει καρκίνο του μαστού στον άλλο μαστό.
  • Προηγούμενη ακτινοθεραπεία υψηλών δόσεων στο στήθος. Η ιονίζουσα ακτινοβολία σε υψηλές δόσεις, μπορεί να αυξάνει τον κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του μαστού. Ωστόσο, τα ιδιαίτερα χαμηλά ποσοστά ακτινοβολίας που λαμβάνει μια γυναίκα κατά τη διάρκεια της ετήσιας μαστογραφίας της δεν συνδέονται με αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης της νόσου.
  • Λήψη αντισυλληπτικών δισκίων που περιέχουν οιστρογόνα κατά το χρόνο της χρήσης τους και λίγο μετά. Η έκθεση των γυναικών στις ορμόνες των αντισυλληπτικών δισκίων επί μακρόν αυξάνει τον κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του μαστού.
  • Τρόπος ζωής. Πρόσφατες έρευνες έχουν καταδείξει πως οι μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες που είναι και παχύσαρκες παρουσιάζουν αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του μαστού. Επίσης, η έλλειψη σωματικής δραστηριότητας μπορεί να αυξάνει τον κίνδυνο καρκίνου του μαστού διότι η άσκηση μειώνει τα επίπεδα των ορμονών, ενεργοποιεί το μεταβολισμό και ενισχύει το ανοσοποιητικό σύστημα. Η αυξημένη σωματική δραστηριότητα συνδέεται με μειωμένο κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του μαστού. Τέλος, η κατανάλωση αλκοολούχων ποτών, δύο ή και περισσότερων ανά ημέρα, όπως μπύρα, κρασί και ποτά με μεγαλύτερη περιεκτικότητα σε αλκοόλ, αυξάνει τον κίνδυνο ανάπτυξης της νόσου.

Τι πρέπει να προσέξω;

Ο καρκίνος μαστού που ανιχνεύεται νωρίς έχει μία εξαιρετική πρόγνωση. Θα πρέπει να συμβουλευθείτε το γιατρό σας εάν παρατηρήσατε κάποια πρόσφατη μεταβολή στην όψη ή την υφή του μαστού, ακόμη κι αν η τελευταία μαστογραφία δεν υπέδειξε αλλοίωση.

Σύμφωνα με τη Mayo Clinic, οι βασικές ενδείξεις που πρέπει να αναζητήσει μια γυναίκα είναι οι εξής:

  • Εξόγκωμα ή σκλήρυνση σε κάποιο σημείο του μαστού – η αίσθηση κατά την ψηλάφηση είναι διαφορετική στο σημείο αυτό σε σύγκριση με τον υπόλοιπο ιστό του μαστού
  • Έκκριμα (συνήθως αιματηρό) από τη θηλή
  • Μεταβολή στο μέγεθος, το σχήμα ή την όψη του μαστού
  • Αλλαγές στην όψη της επιδερμίδας του μαστού, όπως π.χ. πτυχώσεις, όψη φλοιού πορτοκαλιού
  • Εισολκή θηλής, όταν δηλαδή η θηλή έλκεται προς το εσωτερικό του μαστού
  • Ξεφλούδισμα της σκουρόχρωμης επιδερμίδας γύρω από τη θηλή (άλως του στήθους) ή της επιδερμίδας του μαστού
  • Κοκκίνισμα ή κοίλωμα στην επιδερμίδα ακριβώς επάνω από το μαστό

Διάγνωση του καρκίνου του μαστού

H έγκαιρη διάγνωση είναι το σημαντικότερο όπλο που διαθέτουμε κατά του καρκίνου του μαστού σήμερα. Για την επίτευξη αυτού του στόχου συνιστώνται τα εξής:

  • Μία μαστογραφία αναφοράς σε ηλικία μεταξύ των 35 και 40
  • Αυτοεξέταση μία φορά το μήνα
  • Μαστογραφία μία φορά το χρόνο μετά τα 40, ή υπερηχογράφημα σε περίπτωση πυκνού μαστού ή σε νεότερες ηλικίες όταν υπάρχουν υποψίες ευρημάτων από την κλινική εξέταση
  • Κλινική εξέταση από ειδικό μία φορά το χρόνο μετά τα 40 (μετά τη μαστογραφία)

Η έγκαιρη διάγνωση μπορεί να οδηγήσει στην διατήρηση του μαστού και στην ίαση στις περισσότερες των περιπτώσεων. Σε μεγάλα κέντρα, όπου υπάρχει εμπειρία, χρησιμοποιείται επίσης η μαγνητική μαστογραφία, όπου υπάρχει ένδειξη. Σε γυναίκες υψηλού κινδύνου πρέπει ο ειδικός να συστήσει μία εξατομικευμένη διαδικασία που μπορεί να περιλαμβάνει πιο συχνούς ελέγχους ή κάποιο γονιδιακό έλεγχο.

Με τις προαναφερθείσες εξετάσεις είμαστε σε θέση να ανιχνεύσουμε σχεδόν το σύνολο των καρκίνων του μαστού. Όταν υπάρχει ψηλαφητό εύρημα ή όταν υπάρχει οποιαδήποτε υποψία κακοήθειας πρέπει η βλάβη να "ταυτοποιηθεί", δηλαδή να γίνει βιοψία. Σε κάποιες περιπτώσεις όχι και τόσο ύποπτων βλαβών και σε συνάρτηση με την ηλικία της ασθενούς μπορεί να επιλέξει κανείς να παρακολουθήσει την βλάβη.

Τεχνικές βιοψίας του μαστού

Η παρακέντηση με λεπτή βελόνα και αναρρόφηση υλικού προς κυτταρολογική εξέταση (FNA), τείνει να καταργηθεί διότι δεν μας δίνει επαρκείς πληροφορίες.

Η βιοψία με κόπτουσα βελόνη (core biopsy), είναι η διαγνωστική μέθοδος που επιλέγεται στις περισσότερες περιπτώσεις. Η λήψη γίνεται κατά προτίμηση υπό υπερηχογραφικό έλεγχο, που μπορεί να εντοπίσει και μη ψηλαφητούς όγκους. Η μέθοδος είναι καλά ανεκτή και μας δίνει πολλές πληροφορίες.

Η βιοψία κενού (Vacuum biopsy). Χρησιμοποιείται κυρίως σε όγκους μη ορατούς στους υπερήχους, που χρειάζονται στερεοτακτική εντόπιση με μαστογραφία. Η μέθοδος αυτή συνιστάται σε μικροαποτιτανώσεις, σε μη σαφώς κατατάξιμες βλάβες, καθώς και σε κάποιες πολύ μικρές βλάβες. Συνήθως γίνεται στερεοτακτική εντόπιση και αφαίρεση του όγκου υπό μαστογραφικό έλεγχο. Όταν βρεθεί οποιαδήποτε κακοήθεια (διηθητική ή μη) πρέπει να ακολουθήσει χειρουργείο.

Η ανοικτή βιοψία. Στην ανοικτή βιοψία ο χειρουργός αφαιρεί όλον τον όγκο στο χειρουργείο. Κατά κανόνα χρειάζεται γενική νάρκωση. Ο όγκος αποστέλλεται για ταχεία βιοψία και αναλόγως του αποτελέσματος αποφασίζεται ο τύπος της απαιτούμενης επέμβασης. Εναλλακτικά, ο όγκος αποστέλλεται απευθείας για την τελική βιοψία, και μετά τα αποτελέσματα της τελικής βιοψίας αποφασίζονται, από ομάδα ειδικών και σε συνεργασία με την ασθενή, οι περαιτέρω θεραπευτικοί χειρισμοί.

Η σύγχρονη χειρουργική μαστού απαιτεί προεγχειρητική βιοψία και ταυτοποίηση (ιστολογική εξέταση) του ογκου τουλάχιστον στο 90% των ασθενών.

Σταδιοποίηση

Ο εντοπισμός της έκτασης της εξάπλωσης του καρκίνου ονομάζεται σταδιοποίηση. Αυτή βοηθάει τον γιατρό σας να σας συστήσει την καλύτερη θεραπεία. Τα στάδια του καρκίνου του μαστού αριθμούνται από το Ι έως το IV. Οι πρώιμες μορφές ταξινομούνται στα παρακάτω στάδια:

  • Στάδιο Ι – Ο όγκος είναι μικρός, με διάμετρο λιγότερο από 2 εκατοστά και δεν έχει εξαπλωθεί στους λεμφαδένες
  • Στάδιο ΙΙ – Ο όγκος είναι μικρότερος από 2 εκατοστά και έχει εξαπλωθεί στους λεμφαδένες ή είναι μεγαλύτερος (2-5 εκατοστά) και δεν έχει εξαπλωθεί στους λεμφαδένες
  • Στάδιο IIΑ (αρχικό) – Ο όγκος είναι 2-5 εκατοστά και έχει εξαπλωθεί στους λεμφαδένες

Τα στάδια ΙΙΒ, ΙΙΙ και IV αναφέρονται σε προχωρημένο καρκίνο του μαστού.

Ποιά είναι η αντιμετώπιση του καρκίνου μαστού;

Ο καρκίνος μαστού είναι τόσο μία τοπική-χειρουργική νόσος όσο και μία συστηματική νόσος, δηλαδή μία νόσος του οργανισμού. Στην αντιμετώπιση του καρκίνου του μαστού οι ογκολογικοί στόχοι είναι δύο:

  1. Η εκρίζωση της νόσου από το μαστό και
  2. Η εκρίζωση της νόσου από τον οργανισμό

Ο πρώτος στόχος επιτυγχάνεται με το χειρουργείο και την ακτινοβολία. Σε περίπτωση που χρειάζεται μαστεκτομή πρέπει η γυναίκα να είναι από πριν πλήρως ενημερωμένη γα τα είδη της αποκατάστασης και αυτή να έχει προγραμματιστεί άμεσα ή απώτερα. Ο στόχος της χειρουργικής επέμβασης είναι η εκτομή του καρκίνου με ασφαλή και καθαρά όρια, η σταδιοποίηση της νόσου όσον αφορά την επέκτασή της στο μαστό και τη μασχάλη, και η ταυτόχρονη επίτευξη καλού αισθητικού αποτελέσματος.

Η ακτινοβολία ακολουθεί αργότερα και έχει ως στόχο να εμποδίσει την επανεμφάνιση του όγκου στο ίδιο σημείο. Ο μαστός, εφόσον διατηρηθεί, πρέπει να ακολουθήσει ακτινοβολία για να μην υπάρξουν τοπικές υποτροπές. Επίσης σε κάποιες περιπτώσεις πρέπει να ακτινοβοληθούν λεμφαδένες που βρίσκονται στη μασχαλιαία ή υπερκλείδια χώρα ή λεμφαδένες που βρίσκονται παραστερνικά.

Ο δεύτερος στόχος στην αντιμετώπιση του καρκίνου του μαστού, που είναι η εκρίζωση της νόσου από τον οργανισμό, επιτυγχάνεται με τη συστηματική θεραπεία, δηλαδή με τα φάρμακα. Στην περίπτωση του καρκίνου του μαστού η φαρμακευτική αντιμετώπιση πραγματοποιείται με την χημειοθεραπεία, την ορμονοθεραπεία και τις στοχευμένες θεραπείες κατά κύριο λόγο. Το αν είναι απαραίτητη η χημειοθεραπεία σχετίζεται με το είδος και την έκταση του όγκου.

Σε περίπτωση που είναι αναγκαία η χημειοθεραπεία αυτή ξεκινάει περίπου 3 εβδομάδες μετά το χειρουργείο και διαρκεί μερικούς μήνες, ανάλογα με το σχήμα που θα δοθεί. Η ορμονοθεραπεία δεν δίνεται παράλληλα με τη χημειοθεραπεία. Η ακτινοβολία ακολουθεί περίπου 3 εβδομάδες μετά τη χημειοθεραπεία και κρατάει ενάμιση μήνα, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να διαρκέσει λιγότερο. Η ορμονοθεραπεία διαρκεί τουλάχιστον 5 χρόνια.

Κληρονομείται ο καρκίνος του μαστού;

Εδώ και αιώνες οι άνθρωποι είχαν παρατηρήσει ότι κάποια είδη καρκίνου επαναλαμβάνονταν μέσα στις ίδιες οικογένειες. Σήμερα γνωρίζουμε ότι ο καρκίνος του μαστού είναι στο 70% των περιπτώσεων σποραδικός και στο 30% των περιπτώσεων οικογενής, δηλαδή "τρέχει" μέσα σε κάποιες οικογένειες. Το 30% δε του οικογενούς καρκίνου,δηλαδή περίπου το 10% του συνόλου είναι κληρονομικός. Αυτό σημαίνει ότι κληρονομείται μέσω κάποιων συγκεκριμένων γονιδίων. Τα γονίδια αυτά είναι κυρίως τα BRCA1 και BRCA2, τα οποία αν φέρουν συγκεκριμένες μεταλλάξεις, τότε ο οργανισμός έχει προδιάθεση για καρκίνο του μαστού και των ωοθηκών καθώς και για κάποιες άλλες κακοήθειες. Το αν ένα άτομο είναι φορέας τέτοιων γονιδίων εξακριβώνεται μετά από γονιδιακό έλεγχο.

Ο ρόλος του ειδικού στην περίπτωση αυτή είναι να επιλέξει τις γυναίκες εκείνες οι οποίες έχει έννοια να υποβληθούν σε γονιδιακό έλεγχο. Οι γυναίκες αυτές επιλέγονται με βάση διάφορα κριτήρια που έχουν θεσπιστεί μετά από πολλές μελέτες. Οι γυναίκες χωρίζονται σε τέσσερις κατηγορίες κινδύνου συνολικά:

  1. Μέσου κινδύνου (όσο δηλαδή και ο μέσος πληθυσμός)
  2. Μετρίου κινδύνου
  3. Υψηλού κινδύνου
  4. Πολύ υψηλού κινδύνου

Οι γυναίκες που φέρουν γονιδιακή μετάλλαξη ανήκουν στην κατηγορία πολύ υψηλού κινδύνου. Το να το γνωρίζουν αυτό μπορεί κυριολεκτικά να τους σώσει τη ζωή. Ανάλογα με την κατηγορία κινδύνου στην οποία ανήκει μία γυναίκα μπορεί να της προταθεί να τροποποιήσει κάποια πράγματα στη ζωή της, να λάβει φαρμακευτική αγωγή, ή ακόμη και να υποβληθεί σε κάποια προφυλακτική χειρουργική επέμβαση.

Πριν επιλέξει μία γυναίκα να υποβληθεί σε έλεγχο για την ανεύρεση γονιδιακής μετάλλαξης καλό είναι να γνωρίζει τη βαρύτητα αυτής της πληροφορίας για να ξέρει πώς να τη διαχειριστεί. Πρέπει δηλαδή να συνειδητοποιήσει ότι ακόμη και αν υπάρχει η γονιδιακή μετάλλαξη στην οικογένειά της, η ίδια μπορεί να την έχει ή να μην την έχει. Αν δεν την έχει, ο προσωπικός της κίνδυνος είναι εκείνος του γενικού πληθυσμού.

Σε περίπτωση που υπάρχουν όντως μεταλλάξεις στα γονίδια BRCA1 και BRCA2 η προφυλακτική μαστεκτομή με ταυτόχρονη αποκατάσταση μειώνει τον κίνδυνο να νοσήσει μία γυναίκα από καρκίνο του μαστού πάνω από 95%. Επίσης η προφυλακτική αμφοτερόπλευσρη ωοθηκεκτομή που γίνεται λαπαροσκοπικά μειώνει κατά 97-98% τον κίνδυνο να νοσήσει από καρκίνο ωοθηκών-σαλπίγγων ή περιτοναίου. Οι επεμβάσεις όμως αυτές αλλάζουν τη ζωή της ασθενούς και πρέπει να υπάρξει εκτεταμένη συμβουλευτική πριν από τη λήψη μίας τέτοιας απόφασης.

Κύστεις Μαστού

Οι κύστεις του μαστού είναι χώροι συλλογής υγρού που περιβάλλονται από τοίχωμα αποτελούμενο από επιθηλιακά κύτταρα. Μπορεί να είναι μικρές (διαμέτρου λίγων χιλιοστών) ή μεγάλες (διαμέτρου αρκετών εκατοστών), μονήρεις ή πολλαπλές και να εντοπίζονται στον ένα ή σε αμφότερους τους μαστούς. Οι κύστεις του μαστού είναι ιδιαίτερα συχνές, εμφανίζονται δε στο μαστό λόγω ορμονικών μεταβολών, στα πλαίσια ινοκυστικής μαστοπάθειας, διάτασης των γαλακτοφόρων πόρων κλπ.

Δημιουργούνται κυρίως κατά την αναπαραγωγική ηλικία και το μέγεθός τους μπορεί να αυξομειώνεται ανάλογα με την ημέρα του γυναικολογικού κύκλου. Οι απλές κύστεις εμφανίζονται συνήθως στις ηλικίες των 30-55 χρονών, ιδιαίτερα κοντά στην ηλικία της εμμηνόπαυσης, αλλά και σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες που λαμβάνουν θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης.

Συνήθως οι περισσότερες κύστεις δεν προκαλούν συμπτώματα και δεν γίνονται αντιληπτές από την ασθενή ή από τον γιατρό που την ψηλαφά. Οι μεγάλες κύστεις όμως, ιδιαίτερα αν βρίσκονται κοντά στην επιφάνεια του μαστού (κοντά στο δέρμα), συχνά είναι ψηλαφητές αγχώνοντας τις γυναίκες που όταν τις πιάσουν, επειδή έχουν την μορφή ενός όγκου, νομίζουν ότι πρόκειται για καρκίνο. Η σύστασή τους είναι υπόσκληρη έως σκληρή, το σχήμα τους στρογγυλό ή ωοειδές και έχουν ομαλή επιφάνεια. Πρόκειται για σαφώς περιγεγραμμένες και ελαστικές βλάβες. Αν μεσολαβεί μεταξύ κύστεως και δέρματος άφθονος μαζικός ιστός, η επιφάνεια μπορεί να ψηλαφάται ως μικροοζώδης. Οι βαθύτερες κύστεις είναι πιο δύσκολο να ψηλαφηθούν. Επίσης, μία κύστη μπορεί να προκαλέσει συμπτώματα παρόμοια του καρκίνου, όπως π.χ. να ρυτιδώσει το δέρμα. Μερικές φορές οι κύστεις είναι επώδυνες (ιδιαίτερα αν πιεστούν έντονα, όπως συμβαίνει κατά την διενέργεια της μαστογραφίας).

Οι κύστεις διακρίνονται σε:

  • Απλές κύστεις: περιέχουν μόνο υγρό
  • Επιπεπλεγμένες κύστεις: περιέχουν υγρό αλλά και συμπαγή στοιχεία. Σπάνια, σε ποσοστό μικρότερο του 0,5%, μπορεί να υποκρύπτουν κακοήθεια. Στις κύστεις αυτές διενεργείται παρακέντηση με λεπτή βελόνη και το υλικό αποστέλλεται για κυτταρολογική εξέταση
  • Πολύπλοκες κύστεις: μοιάζουν με κύστη αλλά και με συμπαγή όγκο. Συχνά, σε ποσοστό 20 – 40%, υποκρύπτουν κακοήθεια, γι’αυτό και επιβάλλεται να λαμβάνεται βιοψία με κόπτουσα βελόνη (core biopsy) υπό υπερηχογραφική καθοδήγηση

Τι εξετάσεις πρέπει να κάνω;

Οι κύστεις δεν αποτελούν προκαρκινικό στάδιο, ούτε θεωρούνται παράγοντας αυξημένου κινδύνου. Σε ειδικές περιπτώσεις υπάρχουν ορισμένες μελέτες που έχουν δείξει μία μικρή αύξηση του κινδύνου εμφάνισης αργότερα καρκίνου του μαστού στο στήθος της γυναίκας (όχι μετατροπή της κύστης σε καρκίνο).

Ο γιατρός με την ψηλάφηση δύσκολα μπορεί να καταλάβει αν ο όγκος που πιάνει είναι κύστη ή όχι. Για να κάνει τη διάγνωση πρέπει η γυναίκα να υποβληθεί σε απεικονιστικές εξετάσεις. Εφόσον είναι πάνω από 40 ετών η πρώτη εξέταση που θα συστήσει ο γιατρός είναι η μαστογραφία. Μία κύστη φαίνεται μαστογραφικά, είτε είναι ψηλαφητή, είτε όχι, ως μία σκίαση (μάζα) που έχει ομαλά όρια.

Όμως, η μαστογραφία δεν έχει τη δυνατότητα να διακρίνει αν η μάζα που φαίνεται σ’ αυτήν περιέχει υγρό (άρα είναι κύστη) ή είναι συμπαγής (οπότε μπορεί να είναι ένας όγκος, όπως π.χ. ένα ινοαδένωμα ή ένας καρκίνος). Αυτή την ικανότητα διαθέτει το υπερηχογράφημα, γι’ αυτό και αποτελεί την πιο καλή απεικονιστική εξέταση για τη διάγνωση των κύστεων. Σε γυναίκες νεότερες των 40 ετών, αλλά και στις μεγαλύτερες με τέτοια αδιευκρίνιστα ευρήματα, συνιστάται να γίνεται υπερηχογραφικός έλεγχος.

Η μαγνητική μαστογραφία στις περιπτώσεις ύπαρξης κύστεων, μπορεί να διακρίνει το εύρημα, αλλά επειδή είναι χρονοβόρα, κοστίζει πολύ και δεν δίνει καλύτερα αποτελέσματα από το υπερηχογράφημα, δεν αποτελεί εξέταση εκλογής.

Αντιμετώπιση

Για τις μικρές, απλές κύστεις μέχρι 1 εκατοστό δεν απαιτείται καμία θεραπευτική παρέμβαση. Η θεραπευτική μέθοδος εκλογής για μια κύστη πάνω από 2 εκατοστά είναι η απλή παρακέντηση δια λεπτής βελόνας και η αποστολή του υλικού (ειδικά αν είναι αιματηρό) για κυτταρολογική εξέταση. Σε περιπτώσεις μη ψηλαφητών κύστεων του μαστού η παρακέντηση γίνεται υποχρεωτικά υπό την καθοδήγηση υπερηχοτομογράφου.

Όταν γίνει παρακέντηση μιας ή περισσότερων κύστεων (γιατί πολλές γυναίκες έχουν περισσότερες της μίας κύστεις) τότε συνιστάται να γίνει ένα νέο υπερηχογράφημα αργότερα (μετά ένα τρίμηνο) για να ελεγχθεί το αν η κύστη εξαφανίστηκε ή όχι. Αν μία κύστη έχει παρακεντηθεί τουλάχιστον 3 φορές και συνεχίζει να υποτροπιάζει, δηλ. να ξαναγίνεται στο ίδιο σημείο, τότε έχει ένδειξη η χειρουργική αφαίρεσή της.

Σε περίπτωση που παραμένει στερεό υπόλειμμα μετά την παρακέντηση της κύστης, σημαντική είναι η βιοψία του για αποκλεισμό του ενδεχομένου κυστικού καρκινώματος του μαστού.

Μαστίτιδα

Μαστίτιδα είναι η λοίμωξη (φλεγμονή) ενός τμήματος του μαστού μιας γυναίκας. Είναι ένα πρόβλημα που εμφανίζεται συχνότερα σε γυναίκες που θηλάζουν.

Πώς εκδηλώνεται η μαστίτιδα;

Ένα τμήμα του μαστού (ή σπανιότερα όλος ο μαστός) είναι σκληρό, διογκωμένο και επώδυνο. Μπορεί να υπάρχει ερυθρότητα του δέρματος ή αύξηση της θερμοκρασίας στην περιοχή και πόνος. Η γυναίκα μπορεί να παρουσιάζει αίσθημα κακουχίας, πόνο στις αρθρώσεις (όπως σε ιογενείς λοιμώξεις) και υψηλό πυρετό.

Τα συμπτώματα αυτά μπορούν να παρατηρηθούν και σε απόφραξη πόρου. Στην περίπτωση αυτή υπάρχει μόνο πόνος, ερυθρότητα ή τοπική αύξηση της θερμοκρασίας, οίδημα και χαμηλός πυρετός, αλλά η γυναίκα αισθάνεται καλά και η θερμοκρασία δεν ξεπερνά τους 38,4 °C.

Πότε εμφανίζεται;

Η μαστίτιδα εμφανίζεται όταν δεν απομακρύνεται ικανοποιητικά το μητρικό γάλα από το στήθος της μητέρας, συνήθως μεταξύ της 10ης – 28ης ημέρας από τον τοκετό. Σπανιότερα μπορεί να εμφανιστεί πολύ αργότερα στη διάρκεια της γαλουχίας.

Αυτή η στάση δημιουργεί μια τοπική φλεγμονή, με αποτέλεσμα μικρόβια από το δέρμα και την θηλή να εισέρχονται δια μέσου του γαλακτοφόρου πόρου στο μαστό και να επέρχεται η μόλυνση.

Είναι συχνότερη όταν το μωρό αραιώνει τους θηλασμούς (ιδίως τους νυχτερινούς) όταν η μητέρα προσπαθεί να βάλει πρόγραμμα στο θηλασμό και όταν αρχίζει να δίνει συμπλήρωμα ή πιπίλα. Επίσης είναι συχνό σε γυναίκες με πολύ γάλα, πληγωμένες θηλές ή φραγμένους πόρους.

Προδιαθεσικοί παράγοντες

  • Βλάβες της θηλής (τραυματισμοί, ραγάδες) ιδιαίτερα αν υπάρχει επιμόλυνση από χρυσίζοντα σταφυλόκκο
  • Παράλειψη, περιορισμός της συχνότητας και της διάρκειας των θηλασμών
  • Λανθασμένη τοποθέτηση του βρέφους στο μαστό με συνέπεια την ανεπαρκή απομάκρυνση του γάλακτος
  • Μερική έξοδος του στήθους κατά το θηλασμό ή έξοδος μέσα από στενά ρούχα. Το στήθος θα πρέπει να είναι ελεύθερο κατά το θηλασμό, για να επιτυγχάνεται ικανοποιητική απομάκρυνση γάλακτος από όλες τις θέσεις
  • Ασθένειες της μητέρας ή του βρέφους
  • Υπερπαραγωγή γάλακτος
  • Ταχύς απογαλακτισμός
  • Εφαρμογή πίεσης στο μαστό (π.χ. σφιχτοί στηθόδεσμοι, στηθόδεσμοι με μπανέλες, ζώνες από μάρσιπο, τσάντες κ.α)
  • Παρουσία αποφραγμένου πόρου, που αν δεν αντιμετωπισθεί κατάλληλα μπορεί να οδηγήσει στην ανάπτυξη μαστίτιδας
  • Κούραση, έλλειψη ύπνου, άγχος της μητέρας
  • Κακή διατροφή της μητέρας
  • Ανεπαρκής πρόσληψη υγρών (θα πρέπει να πίνετε τουλάχιστον τρία λίτρα νερό την ημέρα)
  • Τραυματισμός του μαστού

Πως γίνεται η διάγνωση;

Η διάγνωση βασίζεται στην κλινική εικόνα. Συνήθως δεν απαιτούνται εργαστηριακές ή απεικονιστικές εξετάσεις. Μπορεί να χρειαστεί καλλιέργεια μητρικού γάλακτος και απεικονιστικός έλεγχος σε περιπτώσεις που δεν ανταποκρίνονται στα συνήθη αντιβιοτικά εντός 48ώρου, σε επαναλαμβανόμενα επεισόδια μαστίτιδας και σε περιπτώσεις με ασυνήθη κλινική εικόνα.

Θεραπεία – Μέθοδοι αντιμετώπισης

Η θεραπεία είναι συντηρητική και συμπτωματική. Η μαστίτιδα μπορεί να αντιμετωπισθεί με την εφαρμογή ορισμένων απλών μέτρων για τη βελτίωση της απομάκρυνσης του γάλακτος και σε ορισμένες περιπτώσεις, συμπληρωματικά με τη χορήγηση κατάλληλης φαρμακευτικής αγωγής (αντιβιοτικά, αναλγητικά). Τα ίδια μέτρα (εκτός από τη χορήγηση αντιβιοτικών) μπορούν να εφαρμοστούν και για την αντιμετώπιση ενός φραγμένου πόρου.

  1. Υποστηρικτικά μέτρα για αποτελεσματική απομάκρυνση του γάλακτος:
  • Το μωρό θα πρέπει να θηλάζει συχνά και να αποφεύγονται τα μεγάλα μεσοδιαστήματα μεταξύ των θηλασμών
  • Ο θηλασμός θα πρέπει να ξεκινά από το στήθος που πάσχει για να αδειάσει πιο αποτελεσματικά. Αν αυτό προκαλεί έντονο πόνο, που αναστέλλει το αντανακλαστικό εκροής, μπορεί εναλλακτικά ο θηλασμός να ξεκινήσει από το άλλο στήθος, ώστε να γίνει η έκλυση των ορμονών και να αυξηθεί η ροή του γάλακτος, χωρίς την ανασταλτική επίδραση του πόνου και άμεσα το παιδί να μεταφερθεί στο στήθος που πάσχει
  • Εφαρμογή χλιαρών (ακόμη και ζεστών) επιθεμάτων και μαλάξεις στην περιοχή της διόγκωσης, αμέσως πριν το θηλασμό. Οι μαλάξεις θα πρέπει να γίνονται από την περιφέρεια του στήθους προς τη θηλή, με εφαρμογή σταθερής, αλλά όχι μεγάλης πίεσης, χρησιμοποιώντας τον αντίχειρα, ώστε να διευκολυνθεί η ροή του γάλακτος προς τη θηλή. Μαλάξεις μπορούν να γίνονται στην διογκωμένη περιοχή και κατά τη διάρκεια του θηλασμού
  • Μετά το θηλασμό, τοποθέτηση κρύας κομπρέσας προκαλεί ανακούφιση
  • Η τοποθέτηση του παιδιού σε ποικίλες στάσεις κατά το θηλασμό βοηθά στο καλύτερο άδειασμα του μαστού
  • Αν δε γίνεται να θηλάσει το μωρό, θα πρέπει να εφαρμόζονται όλα τα παραπάνω και να αδειάζει το στήθος με το θήλαστρο ή με το χέρι
  • Επαρκής ξεκούραση και ύπνος βοηθάει στην ταχύτερη ανάρρωση
  • Καλή διατροφή και άφθονη πρόσληψη υγρών
  • Θα πρέπει να αποφεύγεται η εφαρμογή πίεσης στο στήθος, όπως από στενούς στηθόδεσμους, στηθόδεσμους με μπανέλες ή λουριά από μάρσιπο και τσάντες που πιέζουν το μαστό
  1. Αναλγησία: Για την αντιμετώπιση του πόνου μπορούν να χρησιμοποιηθούν άφοβα απλά αναλγητικά ή μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη, συμβατά με το θηλασμό. Η αναλγησία μπορεί να βοηθήσει στο αντανακλαστικό εκροής του γάλακτος και στη συνέχιση του θηλασμού και η χρήση της θα πρέπει να ενθαρρύνεται.
  2. Χορήγηση αντιβιοτικών: Ενδείκνυται σε περιπτώσεις που δεν εμφανίζεται βελτίωση των συμπτωμάτων και ιδιαίτερα υποχώρηση του πυρετού μετά από 24 ώρες από την εφαρμογή των παραπάνω μέτρων και όταν υπάρχει μόλυνση της θηλής. Η επιλογή κατάλληλων αντιβιοτικών (συμβατών με το θηλασμό) επιτρέπει τη συνέχιση του θηλασμού κατά τη διάρκεια της θεραπείας. Η λήψη των αντιβιοτικών θα πρέπει να γίνει για 10-14 ημέρες, και όχι μόνο μέχρι να υποχωρήσει ο πυρετός ή τα συμπτώματα.

Απαιτείται κάποια ιδιαίτερη παρακολούθηση;

Με την εφαρμογή των παραπάνω θεραπευτικών μέτρων η βελτίωση της κλινικής εικόνας είναι άμεση. Σε περιπτώσεις που δεν υπάρχει βελτίωση δυο ημέρες μετά τη χορήγηση αντιβιοτικών, απαιτείται διερεύνηση για τον αποκλεισμό παρουσίας ανθεκτικών στελεχών (καλλιέργεια μητρικού γάλακτος), δημιουργίας αποστήματος ή παρουσίας υποκείμενης μάζας (απεικονιστικός έλεγχος). Αν υπάρχουν περισσότερες από δυο ή τρεις υποτροπές στο ίδιο σημείο είναι απαραίτητη η διερεύνηση για τον αποκλεισμό της ύπαρξης υποκείμενης μάζας.

Πρέπει να σταματήσω το θηλασμό;

Η μαστίτιδα δεν κάνει το γάλα επικίνδυνο για το μωρό. Αντίθετα η αύξηση της συχνότητας του θηλασμού, αποτελεί βασικό βήμα στη θεραπεία της μαστίτιδας. Ενδεχομένως να μειωθεί η ποσότητα του γάλακτος και να αλλάξει η γεύση του (γίνεται υφάλμυρο), αλλά αυτό δεν επηρεάζει το μωρό. Αν απαιτηθεί η χορήγηση αναλγητικών ή και αντιβιοτικών, μπορούν να επιλεγούν φάρμακα ασφαλή κατά το θηλασμό.

Πώς να το προλάβω;

  • Καλή τεχνική στην τοποθέτηση του μωρού
  • Η λεχώνα χρειάζεται να ταΐζει το μωρό της κατά απαίτησή του και με τα πρώτα σημάδια της πείνας
  • Όποτε η μητέρα νιώθει να μαζεύεται γάλα σε τμήμα ή σε ολόκληρο το στήθος της, πρέπει να φροντίζει αυτό να απομακρύνεται, είτε βάζοντας το μωρό της να θηλάσει συχνότερα, είτε βγάζοντας το επιπλέον γάλα με θήλαστρο
  • Η λεχώνα πρέπει να ξεκουράζεται σε κάθε ευκαιρία, μέρα ή νύχτα και να ασχολείται όσο γίνεται αποκλειστικά με τη φροντίδα του μωρού της
  • Μητέρα με πληγωμένες ή επώδυνες θηλές πρέπει να αναζητά βοήθεια από ειδικό, ώστε να αντιμετωπιστεί η αιτία του προβλήματος
  • Οι λεχώνες χρειάζεται να φορούν άνετα ρούχα και ειδικούς στηθόδεσμους που δεν πιέζουν το στήθος τους

Επιπλοκές

Πρώιμη διακοπή του θηλασμού: Η μαστίτιδα μπορεί να προκαλέσει πολύ έντονα συμπτώματα που να οδηγήσουν τη γυναίκα σε διακοπή του θηλασμού. Περίπου 10% των γυναικών θα σταματήσουν το θηλασμό λόγω του πόνου. Στη χώρα μας το ποσοστό αυτό ενδεχομένως να είναι πολύ μεγαλύτερο, λόγω της κακής ενημέρωσης και υποστήριξης των γυναικών από τους επαγγελματίες υγείας.

Απόστημα: Αν μια περιοχή του μαστού παραμένει επώδυνη, ερυθρή και σκληρή παρά την εφαρμογή κατάλληλης αγωγής, θα πρέπει να τεθεί η υποψία ανάπτυξης αποστήματος. Συμβαίνει περίπου στο 3% των γυναικών με μαστίτιδα. Η διάγνωση μπορεί να γίνει υπερηχογραφικά. Η θεραπεία συνίσταται σε παρακέντηση με βελόνα και αναρρόφηση του περιεχομένου. Υλικό θα πρέπει να στέλνεται για καλλιέργεια. Σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να απαιτηθούν επανειλημμένες παρακεντήσεις. Χειρουργική διάνοιξη θα απαιτηθεί σε περιπτώσεις μεγάλων ή πολλαπλών αποστημάτων. Ο θηλασμός μπορεί να συνεχιστεί στον πάσχον μαστό, ακόμη και μετά από χειρουργική διάνοιξη του αποστήματος ή και επί ύπαρξης παροχέτευσης με την προϋπόθεση ότι το στόμα του βρέφους δε θα έρχεται σε επαφή με την παροχέτευση ή με μολυσμένο ιστό.

Μαστογραφία

Η μαστογραφία είναι ακτινολογική μέθοδος η οποία επιτρέπει την απεικόνιση της μορφολογίας και της δομής των ανατομικών στοιχείων του μαστού και των παθολογικών αλλοιώσεων αυτού. Σήμερα, η μαστογραφία παραμένει η καταλληλότερη εξέταση για την έγκαιρη διάγνωση του καρκίνου μαστού.

Γιατί πρέπει μια γυναίκα να κάνει μαστογραφία;

Ο καρκίνος του μαστού αποτελεί την πρώτη αιτία θανάτου σε γυναίκες ηλικίας 40-55 ετών στις αναπτυγμένες χώρες. Στη χώρα μας υπολογίζεται ότι εμφανίζονται περίπου 4.500 νέες περιπτώσεις καρκίνου του μαστού κάθε χρόνο, ενώ περίπου 1.500 γυναίκες πεθαίνουν ετησίως από τη νόσο στην Ελλάδα.

Το σημαντικότερο για την αντιμετώπιση του καρκίνου του μαστού είναι η πρόληψη, η οποία επιτυγχάνεται κυρίως με τη μαστογραφία. Οι έρευνες έχουν αποδείξει ότι η θνησιμότητα της νόσου μπορεί να μειωθεί κατά 30% εάν όλες οι γυναίκες ηλικίας 40 ετών και άνω, υποβληθούν ανά τακτικά χρονικά διαστήματα σε προληπτικό μαστογραφικό έλεγχο. Παρόλο που όλες οι γυναίκες ξέρουν ότι από μια ηλικία και μετά πρέπει να κάνουν μαστογραφία, οι περισσότερες δεν είναι συνεπείς στην ετήσια επανάληψη της εξέτασης. Σύμφωνα μάλιστα με έρευνες, υπάρχουν και γυναίκες που δεν έχουν κάνει ποτέ μαστογραφία.

Πότε πρέπει μια γυναίκα κάνει την πρώτη της μαστογραφία;

Όλες οι γυναίκες, ανάλογα με την ηλικία τους και το οικογενειακό τους ιστορικό, θα πρέπει να υποβάλλονται ανά τακτά χρονικά διαστήματα σε έλεγχο της καλής υγείας των μαστών τους. Η μαστογραφία, που είναι η ακτινογραφία του μαστού, γίνεται με ειδικό μηχάνημα, τον μαστογράφο. Σήμερα υπάρχουν οι συμβατικοί μαστογράφοι της παλιάς γενιάς και οι ψηφιακοί μαστογράφοι. Σε γυναίκες χωρίς οικογενειακό ιστορικό, η πρώτη μαστογραφία ή η μαστογραφία αναφοράς, όπως λέγεται, θα πρέπει να γίνεται μεταξύ 35 και 40 ετών.

Σε ποια ηλικία πρέπει να κάνει μαστογραφία μια γυναίκα με οικογενειακό ιστορικό;

Οι γυναίκες με κληρονομική προδιάθεση ανήκουν σε ομάδες υψηλής επικινδυνότητας και εντάσσονται σε προγράμματα εντατικού προληπτικού ελέγχου. Σε εξειδικευμένα κέντρα προτείνεται ο αυξημένος έλεγχος των γυναικών αυτών, ο οποίος περιλαμβάνει:

  • την αυτοεξέταση των μαστών από την ηλικία των 20 ετών
  • την κλινική εξέταση μια ή δυο φορές τον χρόνο
  • τον προληπτικό ετήσιο έλεγχο με μαστογραφία από την ηλικία των 25-35 ετών ή 5 έτη νωρίτερα από την διάγωση της νόσου σε συγγενικό πρόσωπο

Μια μικρή κοπέλα με επιβαρημένο οικογενειακό ιστορικό, που όμως δεν είναι σε ηλικία να υποβληθεί σε μαστογραφία, μπορεί εναλλακτικά να κάνει κάποια άλλη εξέταση;

Σε γυναίκες ηλικίας 25-30 ετών αποφεύγεται συνήθως η μαστογραφία για τους εξής λόγους:

  • Στην ηλικία αυτή, ο μαζικός αδένας είναι πολύ πυκνός και κατά συνέπεια η εξέταση είναι χαμηλής διαγνωστικής αξίας
  • O μαζικός αδένας στη νεαρή ηλικία είναι περισσότερο ευαίσθητος στην ακτινοβολία και γι’ αυτό αποφεύγουμε να τον ακτινοβολούμε αν δεν υπάρχει σοβαρός λόγος. Αν όμως υπάρξει εύρημα, τότε γίνεται μαστογραφία σε οποιαδήποτε ηλικία και αν είναι η γυναίκα.

Αν λοιπόν, μια γυναίκα ηλικίας 25-30 ετών δεν εμπίπτει στην περίπτωση που άτομο του στενού της οικογενειακού περιβάλλοντος ανέπτυξε καρκίνο στην ηλικία των 38-40 ετών, ώστε να πρέπει να ξεκινήσει τη μαστογραφία 5-10 χρόνια νωρίτερα, μπορεί να υποβάλλεται σε κλινική εξέταση και υπερηχογράφημα μαστών.

Κάθε πότε πρέπει να επαναλαμβάνεται η μαστογραφία;

Μετά την ηλικία των 40 ετών ετησίως και αυτό επειδή μετά την ηλικία αυτή ο κίνδυνος εμφάνισης της νόσου αυξάνεται. Έτσι, κάνοντας μαστογραφία κάθε χρόνο, δίνεται η δυνατότητα, αν στο μεταξύ αναπτυχθεί κάποια κακοήθεια, να μπορούμε να την εντοπίσουμε σε πολύ αρχικό στάδιο και κατά συνέπεια να έχουμε καλύτερη πρόγνωση και αύξηση του προσδόκιμου ζωής. Η ηλικία διακοπής του προληπτικού ελέγχου δεν έχει καθοριστεί με ακρίβεια. Αυτό θα συστηθεί από τον θεράποντα ιατρό που είναι σε θέση να συνεκτιμήσει τους παράγοντες κινδύνου, χωριστά για κάθε γυναίκα. Όμως λόγω της αυξημένης συχνότητας του καρκίνου σε προχωρημένη ηλικία προτείνεται εφόσον η γενική κατάσταση της γυναίκας είναι καλή να συνεχίζεται η μαστογραφία ανά διετία σε γυναίκες μετά το 72ο έτος της ηλικίας.

Πώς γίνεται η Μαστογραφία;

Η εξέταση διαρκεί λιγότερο από 5 λεπτά. O μαστός τοποθετείται σε δύο θέσεις, στη λοξή και στη face θέση, στην ειδική υποδοχή του μηχανήματος και συμπιέζεται ελαφρά. Η απεικόνιση του μαστού γίνεται σε ειδικά φιλμ και μπορούμε να έχουμε τα αποτελέσματα αμέσως.

Πονάει η μαστογραφία;

Η μαστογραφία δεν πονάει. Πρέπει ωστόσο, να ασκηθεί μια ελαφρά πίεση στον μαστό για να εξασφαλιστεί ικανοποιητική απεικόνισή του. Στις περιπτώσεις που ο μαστός είναι πολύ πυκνός απαιτείται μεγαλύτερη πίεση, η οποία μπορεί και να προκαλέσει πόνο, ο οποίος όμως είναι υποφερτός και παροδικός.

Σε ποια μέρα του κύκλου πρέπει να γίνεται;

Κάθε γυναίκα πρέπει, προτού κλείσει το ραντεβού της για μαστογραφία, να γνωρίζει, εφόσον βέβαια υπάρχει έμμηνος ρύση, ότι απαγορεύεται να υποβάλλεται στην εξέταση αυτή κατά τη 2η φάση του εμμηνορρυσιακού της κύκλου, δηλαδή τις 10-15 ημέρες πριν από την επόμενη έμμηνο ρύση. Και ο λόγος είναι ότι επειδή ο μαστός αρχίζει να διογκώνεται μετά την ωορρηξία, μπορεί να έχουμε ψευδή ευρήματα. Συνιστάται, λοιπόν, η μαστογραφία να γίνεται μεταξύ της 4ης και της 10ης ημέρας του κύκλου, μετρώντας από την πρώτη ημέρα που εμφανίστηκε η έμμηνος ρύση και όχι από το τέλος της περιόδου.

Πόσο επικίνδυνη είναι η ακτινοβολία που δεχόμαστε κάνοντας μαστογραφία;

Η εξέταση δεν είναι επικίνδυνη, αφού οι σημερινοί νέου τύπου ψηφιακοί μαστογράφοι εκπέμπουν πολύ μικρή δόση ακτινοβολίας, η οποία δεν υποβάλλει σε κίνδυνο την υγεία της εξεταζόμενης. Επιπροσθέτως, δεν έχει φανεί συσχέτιση μεταξύ ανάπτυξης καρκίνου του μαστού και μαστογραφίας. Άλλωστε, ο κίνδυνος από την εμφάνιση καρκίνου του μαστού είναι πολύ μεγαλύτερος σε σύγκριση με την ποσότητα της ακτινοβολίας που λαμβάνει η γυναίκα όταν υποβάλλεται σε μαστογραφία.

Ποιες ακριβώς είναι οι πληροφορίες που παίρνουμε από τη μαστογραφία;

Tο σημαντικότερο πλεονέκτημα της εξέτασης είναι ότι παρέχει τη δυνατότητα ανίχνευσης της κακοήθειας του μαστού κατά το χρονικό διάστημα που η βλάβη είναι ασυμπτωματική - συνήθως υπό μορφή μικροαποτιτανώσεων / άλατα ασβεστίου και μπορεί με την κατάλληλη αντιμετώπιση, να μεταβληθεί η εξέλιξή της και να μειωθούν οι αρνητικές της συνέπειες. Η μαστογραφία αποτελεί την καταλληλότερη απεικονιστική εξέταση για να εκτιμηθεί η έκταση των μικροαποτιτανώσεων, ο προσδιορισμός της θέσης αυτών σε σχέση με τα παρακείμενα ανατομικά στοιχεία του μαστού και για την έγκυρη διάγνωση τυχόν πολυεστιακής ή πολυκεντρικής νόσου (παράγοντες που παίζουν καθοριστικό ρόλο στο σχεδιασμό της χειρουργικής επεμβάσεως που θα επιλεγεί). Παράλληλα, μπορούν να γίνουν στερεοτακτικές βιοψίες σε αλλοιώσεις που απεικονίζονται στη μαστογραφία και προεγχειρητικοί εντοπισμοί για την ακριβή αφαίρεση μη ψηλαφητών βλαβών.

Η μεγάλη χρησιμότητα της μαστογραφίας έγκειται στην ικανότητά της να απεικονίζει όγκους μικρότερους των 0,5 εκατοστών. Δηλαδή, σε στάδιο που λόγω του πολύ μικρού μεγέθους τους και κάποιες φορές λόγω θέσης (στο πίσω μέρος του μαστού, προς το θωρακικό τοίχωμα) δεν μπορούν να γίνουν αντιληπτοί με την κλινική εξέταση.

Με τη μαστογραφία, διαπιστώνεται η ύπαρξη μικροαποτιτανώσεων ή ασβεστώσεων, κύστεων, λιπωμάτων, ινοαδενωμάτων, αμαρτωμάτων (ογκίδιο μαστού), καρκίνων και διάφορων άλλων μαστοπαθειών.

Πόσο αξιόπιστη είναι;

Είναι μια αξιόπιστη και απλή εξέταση και όλες οι γυναίκες θα πρέπει να υποβάλλονται σε αυτήν. Όπως όλες οι εξετάσεις, έτσι και η μαστογραφία έχει τους περιορισμούς της, και όπως προκύπτει από στοιχεία διεθνώς, δεν αρκεί η γυναίκα να υποβάλλεται μόνο σε μαστογραφία για να έχει σωστή διάγνωση. Σήμερα, με τη χρήση της ψηφιακή μαστογραφίας, έχουμε ασφαλέστερα αποτελέσματα, αλλά και πάλι χρειάζονται συμπληρωματικές εξετάσεις, όπως είναι η κλινική εξέταση και οι υπέρηχοι.

Μπορεί να δώσει λάθος αποτελέσματα;

Κάποιες φορές η μαστογραφία μπορεί να δώσει λάθος αποτελέσματα. Διεθνώς τα ποσοστά λάθους κυμαίνονται μεταξύ 8 και 12% και αυτό γιατί είτε κάποια στοιχεία είναι ακτινοδιαπερατά και δεν εμφανίζονται στη μαστογραφία, όπως π.χ. ο λοβιακός καρκίνος, είτε η γυναίκα έχει υποβληθεί σε μαστογραφία σε χρονική περίοδο ακατάλληλη και κάποιες λειτουργικές μεταβολές του μαστού εξελήφθησαν ως παθολογικά ευρήματα. Τα σωστά αποτελέσματα πάντα είναι συνάρτηση της ποιότητας της μαστογραφίας και της πείρας του ακτινολόγου. Ιδανικά, ο ακτινολόγος θα πρέπει να έχει απόλυτη εξειδίκευση και αποκλειστική απασχόληση με το αντικείμενο του μαστού.

Έχει άλλα μειονεκτήματα η μαστογραφία;

Όπως όλες οι εξετάσεις έτσι και η μαστογραφία έχει ορισμένα μειονεκτήματα. Τα σημαντικότερα είναι η μειωμένη διαγνωστική αξία της μεθόδου σε γυναίκες με πυκνούς μαστούς (νεανικούς), η αδυναμία διάκρισης της τοπικής υποτροπής από μετεγχειρητική ουλή, η ανίχνευση πολυεστιακής νόσου και η διαφορική διάγνωση απλής φλεγμονής από φλεγμονώδες νεόπλασμα. Επιπλέον η διαγνωστική αξία της μεθόδου είναι χαμηλή σε περιπτώσεις που έχει προηγηθεί κάποιου είδους πλαστική, ιδιαίτερα σε γυναίκες με τοποθέτηση ενθεμάτων σιλικόνης.

Τι πρέπει να προσέξουμε πριν κάνουμε μια μαστογραφία;

Ότι η ήπια πίεση που ασκείται στο μαστό για μερικά δευτερόλεπτα είναι αναγκαία, διότι μειώνεται η δόση της ακτινοβολίας, η ποιότητα της εικόνας είναι καλύτερη και συνακόλουθα καταλήγει στην ορθότερη διάγνωση. Θα πρέπει, επίσης, να θυμούνται οι εξεταζόμενες σε κάθε επίσκεψη, να προσκομίζουν όλες τις τυχόν παλαιότερες μαστογραφίες προς σύγκριση.

Ποιες οι διαφορές της κλασικής από την ψηφιακή μαστογραφία; Γιατί να προτιμήσω την ψηφιακή;

Η βασική διαφορά της κλασικής ή αναλογικής μαστογραφίας με την ψηφιακή μαστογραφία είναι ότι στην αναλογική χρησιμοποιείται το φιλμ ως μέσο καταγραφής διαγνωστικών εικόνων, ενώ στην ψηφιακή χρησιμοποιείται ψηφιακός ανιχνευτής και ηλεκτρονικός υπολογιστής. Αυτό σημαίνει ότι μπορούμε να έχουμε μαστογραφίες καλύτερης ευκρίνειας, με πιο αξιόπιστα αποτελέσματα και με χαμηλότερη ακτινοβολία.

Τα οφέλη της ψηφιακής μαστογραφίας είναι πολλαπλά. Το σημαντικότερο από αυτά είναι ότι η ψηφιακή μαστογραφία έχει υψηλότερη διαγνωστική ακρίβεια στην διάγνωση των παθήσεων του μαστού έναντι της κλασικής μαστογραφίας. Αυτό έχει επιτευχθεί από τη δυνατότητα της καλύτερης απεικόνισης κυρίως των πυκνών μαστών ιδίως σε νέες γυναίκες. Ως εκ τούτου και οι μικροαποτιτανώσεις με τις οποίες εμφανίζεται ένα μεγάλο ποσοστό της αρχόμενης κακοήθειας απεικονίζονται πιο καθαρά και το πραγματικό μέγεθος των αλλοιώσεων αξιολογείται ορθότερα.

Άλλο πλεονέκτημα της ψηφιακής μαστογραφίας είναι η βελτίωση της εξέτασης. Δηλαδή η τοποθέτηση της εξεταζομένης είναι πιο απλή, η εξέταση μαστών μεγάλου μεγέθους καθίσταται ευκολότερη και η διάρκεια της εξέτασης αλλά και η πίεση που ασκείται στο μαστό είναι μικρότερη. 'Αλλο σημαντικό πλεονέκτημα είναι ότι η δόση της ακτινοβολίας στην ψηφιακή μαστογραφία είναι μικρότερη από ότι στην κλασική.

Ακόμη, στη ψηφιακή μαστογραφία η εικόνα αρχειοθετείται σε ψηφιακό δίσκο από όπου χρησιμοποιείται για συγκριτική μελέτη ή για επανεκτύπωση, ενώ υπάρχει και η δυνατότητα της τηλεμαστογραφίας.

Όλοι οι αναλογικοί τείνουν να αντικατασταθούν σταδιακά από τους ψηφιακούς μαστογράφους. Προς το παρόν όμως ιδιαίτερο όφελος από την ψηφιακή μαστογραφία έχουν αναμφίβολα οι νέες γυναίκες με βεβαρημένο κληρονομικό ιστορικό και γενικότερα όλες οι γυναίκες με πυκνούς μαστούς.

Τι είναι η μαγνητική μαστογραφία;

Η μαγνητική μαστογραφία είναι η νεότερη απεικονιστική εξέταση για τη διάγνωση των παθήσεων του μαστού. Τα σημαντικότερα πλεονεκτήματα της μαγνητικής μαστογραφίας είναι η υψηλή ευαισθησία στην ανίχνευση διηθητικού καρκινώματος σε γυναίκες με πυκνούς μαστούς, η οποία ανέρχεται στο 100%, η διάγνωση της τοπικής υποτροπής ή νέας νόσου και η διάκριση αυτής από μετεγχειρητική ουλή και η προεγχειρητική σταδιοποίηση σε γυναίκες με καρκίνο μαστού για τον αποκλεισμό πολυεστιακής ή πολυκεντρικής νόσου. Τονίζεται ότι σε ποσοστό που κυμαίνεται από 30-63% οι ύποπτες μαστογραφικές αλλοιώσεις συνυπάρχουν με άλλες νεοπλασματικές εστίες. Γίνεται αντιληπτό συνεπώς το πόσο σημαντική είναι στη κλινική εφαρμογή η ακριβής προεγχειρητική προσέγγιση της έκτασης της νόσου, ώστε να προγραμματίζεται η καταλληλότερη θεραπευτική αντιμετώπιση (ευρύτερη εκτομή ή τεταρτεκτομή όταν κρίνεται αναγκαίο). 'Αλλες ενδείξεις της μαγνητικής μαστογραφίας είναι η εκτίμηση όγκων που εντοπίζονται πλησίον του θωρακικού τοιχώματος και ο έλεγχος γυναικών με προθέματα σιλικόνης. Η μαγνητική μαστογραφία έχει αποβεί ιδιαίτερα χρήσιμη σε νεαρές γυναίκες που είναι φορείς των γονιδίων του κληρονομούμενου καρκίνου του μαστού BRCA1 & BRCA2. Η χαμηλή ειδικότητα της εξέτασης η οποία κυμαίνεται από 37%-97%, το υψηλό κόστος αυτής, αλλά και η αδυναμία απεικόνισης των μικροαποτιτανώσεων με τις οποίες εμφανίζεται συχνά ο αρχόμενος καρκίνος αποτελούν μερικά από τα μειονεκτήματα της μεθόδου γι’ αυτό και χρησιμοποιείται πάντοτε ως συμπληρωματική εξέταση της μαστογραφίας.

Σε περίπτωση ολικής ή μερικής μαστεκτομής γίνεται μαστογραφία στο χειρουργημένο στήθος;

Όταν έχει γίνει ολική μαστεκτομή, η γυναίκα δεν μπορεί να υποβληθεί σε μαστογραφία από την πλευρά που έχει αφαιρεθεί ο μαστός. Είναι όμως επιβεβλημένο να υποβάλλεται σε μαστογραφία στον άλλο μαστό κάθε χρόνο. Στην περίπτωση όμως της μερικής μαστεκτομής, η γυναίκα μπορεί και πρέπει να υποβάλλεται σε μαστογραφία και στους δύο μαστούς.

Έχω κάνει προσθετική μαστού (ενθέματα σιλικόνης), να κάνω μαστογραφία;

Η μαστογραφία είναι απαραίτητη και εξίσου χρήσιμη και στις γυναίκες που έχουν κάνει προσθετική μαστού. Στις περιπτώσεις αυτές χρησιμοποιείται ειδική τεχνική για να απεικονιστεί ο μαζικός αδένας. Η σιλικόνη δεν κινδυνεύει να "σπάσει" με τη μαστογραφία. Επιπλέον, κάθε γυναικά που επιθυμεί να κάνει μια προσθετική μαστού, θα πρέπει προτού αποφασίσει να μπει στο χειρουργείο, να φροντίσει να κάνει έναν πλήρη έλεγχο για τον αποκλεισμό οποιασδήποτε βλάβης.

Αν η μαστογραφία δείξει ύποπτα αποτελέσματα, που πρέπει να απευθυνθώ μετά;

Σε περίπτωση που η μαστογραφία θέτει υπόνοια ύποπτης για κακοήθεια αλλοίωσης η γυναίκα άμεσα θα πρέπει να επισκεφθεί το γυναικολόγο της, ή χειρουργό που έχει ειδική εκπαίδευση στο μαστό.

Μερικοί γιατροί συνιστούν υπέρηχο μαστού, πότε πρέπει να γίνεται ένας υπέρηχος, σε συνδυασμό με μαστογραφία ή εξ' ολοκλήρου μόνος του;

Το υπερηχογράφημα μαστού είναι εξέταση γρήγορη, προσιτή και ακίνδυνη (χωρίς ακτινοβολία). Με τη χρήση μηχανημάτων που διαθέτουν ειδικές κεφαλές για το μαστό και τη μελέτη με έγχρωμο Doppler, ο ακτινολόγος που είναι γνώστης της μεθόδου και των παθήσεων του μαστού μπορεί να διαχωρίσει τα συμπαγή μορφώματα σε καλοήθη, από αυτά τα οποία χρειάζονται περαιτέρω διερεύνηση διότι ενδεχομένως να αντιστοιχούν σε κακοήθεια.

Το υπερηχογράφημα αποτελεί την κύρια εξέταση σε γυναίκες κάτω των 35 ετών όπου βοηθά σημαντικά στην επίλυση κλινικών προβλημάτων. Στην ηλικιακή αυτή ομάδα εάν ανιχνευθούν ύποπτα ή αμφίβολα ευρήματα συνεχίζεται ο έλεγχος με μαστογραφία.

Σε γυναίκες άνω των 35 ετών το υπερηχογράφημα έχει συμπληρωματικό ρόλο και ακολουθεί τη μαστογραφία για την πληρέστερη εκτίμηση ενός κλινικού ευρήματος και για τον έλεγχο γυναικών που έχουν πυκνούς μαστούς. Σε αυτήν την ομάδα γυναικών όταν η μαστογραφία συνδυάζεται με υπερηχογράφημα έχει αποδειχθεί ότι αυξάνει την συχνότητα ανίχνευσης καρκίνου του μαστού κατά 7.4%.

Όμως, τονίζεται ότι δεν έχει αποδειχθεί αξιόπιστη εξέταση για την ανίχνευση των μικροαποτιτανώσεων, οι οποίες αποτελούν τη συχνότερη μορφή εμφάνισης του αρχόμενου καρκίνου. Ως εκ τούτου, το υπερηχογράφημα σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να αντικαθιστά τη μαστογραφία σε γυναίκες άνω των 40 ετών, παρά μόνο να χρησιμοποιείται ως συμπληρωματική εξέταση.

Μπορεί να γίνει μαστογραφία ενώ η γυναίκα θηλάζει, ή πρέπει να έχει περάσει κάποιο συγκεκριμένο χρονικό διάστημα;

Καλό θα ήταν ο θηλασμός να έχει σταματήσει πριν γίνει η μαστογραφία. Στην περίπτωση, όμως, που η εξέταση κριθεί αναγκαία, τότε η γυναίκα δεν θα πρέπει να θηλάσει το μωρό της για 24 ώρες μετά την εξέταση. Θα πρέπει να βγάλει το γάλα με θήλαστρο πριν από την εξέταση και να το δώσει στο μωρό, ενώ για 24 ώρες μετά θα αφαιρεί το γάλα πάλι με θήλαστρο, αλλά δεν θα το χρησιμοποιήσει λόγω της ακτινοβολίας.

Ποιες είναι οι νεότερες επιστημονικές εξελίξεις στην εξέταση του μαστού;

Πλέον, οι γιατροί έχουν στη διάθεσή τους κάποια νέα διαγνωστικά εργαλεία, όπως η μαγνητική μαστογραφία (αναφέρθηκε ήδη), η τομοσύνθεση (αξιολόγηση του μαζικού παρεγχύματος σε επίπεδα μικρού πάχους), η χρήση ενδοφλέβιου σκιαγραφικού κατά τη διάρκεια της εξέτασης (αξιολόγηση της αιμάτωσης - νεοπλασίες τείνουν να έχουν αυξημένη αιμάτωση) και η ελαστογραφία (αξιολόγηση της σκληρότητας ενός ευρήματος - νεοπλασίες τείνουν να είναι πιο σκληρές από καλοήθη ευρήματα).

Μαστοδυνία

Η μαστοδυνία ή μασταλγία είναι ο μονόπλευρος ή αμφοτερόπλευρος πόνος στους μαστούς. Είναι ένα συχνό σύμπτωμα το οποίο πρέπει να το πάρουμε στα σοβαρά και να το θεραπεύσουμε συστηματικά. Εκτιμάται ότι 7 στις 10 γυναίκες εμφανίζουν πόνο στο μαστό κατά τη διάρκεια της ζωής τους, ιδιαίτερα πριν την εμμηνόπαυση.

Διακρίνονται δύο κύριες κατηγορίες:

  1. Πόνος στο μαστό ο οποίος εμφανίζεται ως κομμάτι του φυσιολογικού έμμηνου κύκλου της κάθε γυναίκας και είναι γνωστός ως κυκλική μαστοδυνία
  2. Διαρκής πόνος στο στήθος που δεν σχετίζεται με την περίοδο, μπορεί να προέρχεται ακόμη και από άλλα σημεία του σώματος αλλά να γίνεται αισθητός στο μαστό, και ονομάζεται μη κυκλική μαστοδυνία

Ο έντονος διαρκής πόνος των μαστών μπορεί να επηρεάσει αρνητικά την καθημερινότητα της γυναίκας, να την κρατήσει μακριά από δραστηριότητες που αγαπά, μπορεί ακόμα να της προκαλέσει άγχος και ανησυχία, άλλα και σε μερικές περιπτώσεις μπορεί να προκαλέσει μέχρι και κατάθλιψη.

Κυκλική μαστοδυνία

Είναι ο συνηθέστερος πόνος και αφορά γυναίκες ηλικίας 30 έως 50 ετών. Συνήθως αφορά και τους δύο μαστούς, μερικές φορές όμως η ευαισθησία διαφέρει στον έναν από τον άλλο μαστό. Εμφανίζεται μετά το μέσο του κύκλου (συνήθως μετά την 14η ημέρα) μέχρι και την έμμηνο ρύση (περίοδο) και οφείλεται στην αύξηση των οιστρογόνων, η οποία επιδρά στο μαζικό αδένα προκαλώντας ευαισθησία, οίδημα (πρήξιμο) από κατακράτηση υγρών και πόνο.

Η ένταση του πόνου περιγράφεται από τις γυναίκες από μέτρια ως ισχυρή. Συχνά τον περιγράφουν ως αίσθημα βάρους, ευαισθησία στο άγγισμα, μια αίσθηση καψίματος, ή διαξιφιστικό πόνο στην περιοχή του μαστού. Συνήθως γίνεται αισθητός κυρίως στο άνω έξω τεταρτημόριο και επεκτείνεται κάτω από τη μασχάλη.

Ο κυκλικός πόνος του μαστού σταματά να εμφανίζεται ή υποχωρεί σημαντικά μετά την εμμηνόπαυση, όταν δηλαδή οι ωοθήκες δεν παράγουν πια οιστρογόνα. Ωστόσο ο πόνος αυτός συνεχίζει και μετά την εμμηνόπαυση στις γυναίκες που παίρνουν θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης.

Που οφείλεται;

Θεωρούμε ότι η μαστοδυνία δημιουργείται από τη συμφόρηση του μαστού, ξεκινώντας από μια απλή ορμονική ανισορροπία λόγω οιστρογονικής υπερέκκρισης ή προγεστερονικής ανεπάρκειας του ωχρού σωματίου. Είναι πιθανό η οιστρογονο-προγεστερονική ανισορροπία να είναι υποκλινική και να εκφράζεται μόνο στο επίπεδο μαστού.

Ο κυκλικός πόνος του μαστού μπορεί να σχετίζεται και με την λήψη αντισυλληπτικών, ορισμένων αντικαταθλιπτικών σκευασμάτων ή και φυτικών συμπληρωμάτων διατροφής (όπως το Ginseng). Το άγχος μπορεί να κάνει τον πόνο εντονότερο.

Πως αντιμετωπίζεται;

Η κυκλική μαστοδυνία συνήθως υποχωρεί μόνη της και δεν χρειάζεται κάποια θεραπεία. Ο πόνος μπορεί να επανεμφανίζεται έντονος και μετά πάλι να υποχωρεί. Αν όμως επιμένει μπορείτε να δοκιμάσετε:

  1. Αλλαγή στον τρόπο ζωής. Μείωση των λιπαρών φαγητών, της σοκολάτας, της καφεΐνης και του αλκοόλ. Ελάττωση του καπνίσματος. Παράλληλα αύξηση στην κατανάλωση φρούτων και λαχανικών. Μείωση του σωματικού βάρους και καθημερινή άσκηση. Υποστήριξη των μαστών με αθλητικό στηθόδεσμο ακόμη και κατά τη διάρκεια του ύπνου.
  2. Χορήγηση φυτικών ελαίων όπως το primrose oil και το starflower oil.
  3. Εάν ο πόνος δεν υποχωρήσει με τα παραπάνω χορηγούμε απλά αναλγητικά ή μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη.
  4. Σε σοβαρότερες περιπτώσεις έχουν παρατηρηθεί καλά αποτελέσματα μετά από:
  • Ορμονική θεραπεία με προγεστερόνη. Μπορεί να χορηγηθεί κατά τη διάρκεια των δέκα τελευταίων ημερών του κύκλου, όπως επίσης και για τρεις από τις τέσσερις εβδομάδες του μήνα. Εκτός από τα προγεσταγόνα, άλλες θεραπείες που έχουν προταθεί είναι:
  • Η ταμοξιφαίνη, ένα ειδικό αντι-οιστρογόνο σε δόση των 20 mg τη μέρα
  • Τα ανάλογα της LHRH που αναστέλλουν κάθε ενδογενή οιστρογονική δραστηριότητα. Μπορούν να βελτιώσουν πρόσκαιρα τα συμπτώματα μιας και η χορήγησή τους δεν μπορεί να είναι επί μακρόν
  • Διουρητικά σε περιπτώσεις μαστοδυνίας με σημαντική κατακράτηση υγρών
  • Η δαναζόλη ενδείκνυται στις σοβαρές περιπτώσεις ινοκυστικών αλλοιώσεων του μαστού. Ωστόσο η παρατεταμένη χρήση της περιορίζεται από τις παρενέργειες ανδρογονικού τύπου που προκαλεί
  • Η αποτελεσματικότητα της βρωμοκρυπτίνης είναι αμφίβολη απουσία υπερπρολακτιναιμίας

Μη κυκλική μαστοδυνία

Είναι ο πόνος που δεν σχετίζεται με την περίοδο και εντοπίζεται συνήθως στον ένα μαστό, σε συγκεκριμένο σημείο με πιθανές προεκτάσεις (κυρίως προς τα πλευρά προς και από τη μασχάλη και το μυϊκό τοίχωμα). Αφορά συχνότερα γυναίκες ηλικίας άνω των 40 ετών.

Που οφείλεται;

Μη κυκλική μαστοδυνία μπορεί να εμφανίσουν καλοήθεις παθήσεις του μαστού, όπως οι μακροκύστεις της ινοκυστικής νόσου, τα ινοαδενώματα και η μαστίτιδα.

Παρόμοιοι πόνοι εμφανίζονται από μη άνετους στηθόδεσμους.

Η μη κυκλική μαστοδυνία μπορεί να οφείλεται σε προβλήματα των μυών και των νεύρων της περιοχής. Το σύνδρομο Τietze γνωστό και ως επώδυνη οστεοχονδρίτιδα αναφέρεται ως μια συχνή αιτία πόνου στο μαστό. Ο πόνος εντοπίζεται στο έσω ημιμόριο του μαστού και υπάρχει ευαισθησία στην ψηλάφηση της πλευροχονδρικής συνάθρωσης. Πόνος στο μαστό επίσης μπορεί να εμφανιστεί και από κακώσεις, τραυματισμό ή καταπόνηση των θωρακικών μυών. Σε αυτή την περίπτωση ο πόνος μεταβάλλεται με την αλλαγή θέσης και είναι πιθανό να αντανακλά στον αυχένα και στο άνω άκρο.

Πως αντιμετωπίζεται;

Ο μη κυκλικός πόνος του μαστού χρειάζεται ανάπαυση και αποφυγή έντονων και απότομων κινήσεων. Σε επίμονο και ενοχλητικό πόνο είναι απαραίτητη η λήψη αντιφλεγμονωδών σκευασμάτων.

Παρακολούθηση

Κλινική εξέταση κάθε έξι μήνες. Η ασθενής πρέπει να αυτοεξετάζεται και να ενημερώνει τον ιατρό της για κάθε αλλαγή. Η εξέταση των μαστών της ασθενούς από την ίδια σε τακτική μηνιαία βάση έχει στην πραγματικότητα μεγάλη αξία χωρίς αυτό να αντικαθιστά την ιατρική εξέταση.

Μια μαστογραφία ένα χρόνο μετά και η περαιτέρω ετήσια επανάληψη των μαστογραφιών είναι συνάρτηση της κλινικής και ακτινολογικής εξέλιξης των ινοκυστικών αλλοιώσεων του μαστού.

Το υπερηχογράφημα έχει θέση ολοένα και πιο σημαντική, λόγω της αυξημένης ειδικότητας στο χαρακτηρισμό των αλλοιώσεων και στην απουσία ακτινοβολίας.

Η παρακέντηση είτε η βιοψία, συνιστάται σε συνάρτηση με τα κλινικά και ακτινολογικά ευρήματα.

Τέλος, η υποδόριος μαστεκτομή ή η μαστεκτομή με αποκατάσταση σε ένα χρόνο αν και εξεζητημένες ως θεραπευτικές μέθοδοι, προτείνονται σε ασθενείς υψηλού κινδύνου για ανάπτυξη καρκίνου του μαστού.

Η κυκλική μαστoδυνία και γενικά οι καλοήθεις μαστοπάθειες εξαφανίζονται στην εμμηνόπαυση. Η εξαφάνιση αυτή συχνά προηγείται μιας επιδείνωσης κατά τη διάρκεια της προεμμηνόπαυσης, λόγω της ορμονικής διαταραχής που χαρακτηρίζει την περίοδο αυτή. Συνιστάται η παρακολούθηση της μαστoδυνίας μετά την εμμηνόπαυση μια κι είναι πιθανό να προηγείται της ανάπτυξης κακοήθειας επί εδάφους ενός ινοκυστικού μαστού.

Ο πόνος στο μαστό μπορεί να σχετίζεται με ύπαρξη κακοήθειας;

Η μαστοδυνία στον έναν ή και στους δύο μαστούς δημιουργεί στις γυναίκες φόβο και ανησυχία γιατί εύκολα το σύμπτωμα του πόνου μπορεί να συνδεθεί με τον καρκίνο του μαστού. Πρέπει λοιπόν εδώ, να τονίσουμε ότι ο πόνος στο μαστό πολύ σπάνια σχετίζεται με καρκίνο του μαστού. Πολλές φορές όμως, το σύμπτωμα αυτό είναι η αφορμή για να πιάσει μία γυναίκα το στήθος, να το ψηλαφήσει και τυχαία να ανακαλύψει κάποιο μόρφωμα.

Απ’την άλλη, πρέπει να αναφερθεί ότι ο καρκίνος του μαστού μπορεί να εμφανίζεται με μοναδικό σύμπτωμα τη μη κυκλική μαστοδυνία σε ποσοστό έως 10%. Επομένως, εάν αισθανθείτε πόνο στο στήθος που δεν μοιάζει με τον κυκλικό πόνο, εάν ο πόνος εμφανισθεί σε έναν μόνο μαστό, εάν γίνεται εντονότερος σε πίεση και επιμένει, θα πρέπει να επισκεφθείτε τον ειδικό.

Μαστοδυνία και ορμονική αντισύλληψη

Η εμφάνιση μαστοδυνίας με τη χρήση αντισυλληπτικού χαπιού δεν είναι σπάνια και εκφράζεται λόγω μιας ορμονικής διαταραχής στο επίπεδο του μαστού για τη συγκεκριμένη ασθενή, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι πρέπει να σταματήσουμε την ορμονική αντισύλληψη. Αντιθέτως, η αλλαγή σε ένα σκεύασμα με περισσότερο ισχυρή προγεστερονική δράση κάνει τη μαστοδυνία να εξαφανιστεί.

Υπέρηχος Μαστού ή Μαστογραφία ;

Τί είναι το υπερηχογράφημα μαστών και πότε έχει ένδειξη; Αντικαθιστά τη μαστογραφία ή αντικαθίσταται από αυτή;

Η κοινή αντίληψη είναι ότι οι νεότερες ασθενείς και οι ασθενείς με ιδιαίτερα πυκνό μαστό πρέπει να υποβάλλονται σε υπερηχογράφημα μαστών, αλλιώς η μαστογραφία αρκεί.

Η αλήθεια όμως είναι ότι πρόκειται για συμπληρωματικές εξετάσεις. Στον υπέρηχο εξετάζεται ο μαστός με τη βοήθεια υπερηχητικών κυμμάτων. Η εξέταση δεν πονάει και δεν έχει ακτινοβολία. Επειδή στον υπέρηχο εξετάζουμε το μαστό σε διάφορα επίπεδα και δεν επιπροβάλλονται οι ιστοί όπως στη μαστογραφία η εξέταση αυτή είναι πιο κατάλληλη για την εξέταση του πυκνού μαστού, όπως τον βλέπουμε συνήθως σε νέες ασθενείς. Επίσης ο υπέρηχος είναι πιο κατάλληλος για να αναγνωρίσει και να εξετάσει κανείς κυστικές βλάβες. Τα σύγχρονα μηχανήματα έχουν την ικανότητα να "βλέπουν" αν ο όγκος έχει αγγείωση, πράγμα που θα τον κατέτασσε σε πιο επικίνδυνη κατηγορία. Επίσης έχουν τη δυνατότητα της τρισδιάστατης απεικόνισης που βοηθάει στη διαφοροδιάγνωση κάποιων ευρημάτων.

Επομένως ο υπέρηχος αντικαθιστά τη μαστογραφία; Δεν την αντικαθιστά σε καμμία περίπτωση. Η μαστογραφία είναι η κλασσική και τεκμηριωμένη μέθοδος απεικόνισης του μαστού για τον προληπτικό έλεγχο. Οι αποτιτανώσεις (ασβεστώσεις) που σε κάποιες περιπτώσεις αντιστοιχούν σε κακοήθεις βλάβες ή προστάδια αυτών φαίνονται μόνο στη μαστογραφία- λίγες από αυτές φαίνονται στον υπέρηχο. Η ετήσια μαστογραφία είναι απαραίτητη μετά τα σαράντα αφού έχει γίνει και μία μαστογραφία αναφοράς στα τριανταπέντε. Παρ'όλ'αυτά οι περισσότερες γυναίκες έχουν κέρδος από το να γίνει επιπλέον υπερηχογραφικός έλεγχος.

Ψηλάφηση

Ο καρκίνος του μαστού είναι ο συχνότερος καρκίνος του γυναικείου πληθυσμού στις ανεπτυγμένες χώρες του δυτικού κόσμου, πλήττοντας μία στις 10 γυναίκες. Στη χώρα μας έχουμε σχεδόν 4.000 νέα κρούσματα κάθε χρόνο. Ο καρκίνος του μαστού αποτελεί τη δεύτερη αιτία θανάτου από κακόηθες νεόπλασμα και την πρώτη αιτία θανάτου για τις γυναίκες μεταξύ 45 και 60 ετών. Η συχνότητα του καρκίνου του μαστού έχει αυξηθεί δραματικά τα τελευταία 20 χρόνια.

Με τα σημερινά δεδομένα δεν μπορούμε να «προλάβουμε» τον καρκίνο του μαστού παρά μόνο σε περιπτώσεις γενετικής προδιάθεσης στις οποίες θα γίνει προφυλακτική μαστεκτομή. Μπορούμε όμως να μειώσουμε τις πιθανότητες να προσβληθούμε από αυτόν. Το σημαντικότερο όπλο που διαθέτουμε κατά του καρκίνου του μαστού σήμερα είναι η έγκαιρη διάγνωση. Για την επίτευξη αυτού του στόχου συνιστώνται τα εξής:

  • Μία μαστογραφία αναφοράς στα 35
  • Αυτοεξέταση μία φορά το μήνα
  • Μαστογραφία μία φορά το χρόνο μετά τα 40 (ή υπερηχογράφημα σε περίπτωση πυκνού μαστού)
  • Κλινική εξέταση από ειδικό γυναικολόγο μία φορά το χρόνο μετά τα 40 (μετά τη μαστογραφία)

Η έγκαιρη διάγνωση μπορεί να οδηγήσει στην διατήρηση του μαστού και στην ίαση στις περισσότερες των περιπτώσεων.

Αυτοεξέταση του μαστού

Η αυτοεξέταση μαστών είναι ο πιο εύκολος και ανώδυνος τρόπος για να εξετάζουν όλες οι γυναίκες το στήθος τους. Πρόκειται για έναν τρόπο για να ελέγξετε τα στήθη σας για πιθανές αλλαγές, όπως ασυνήθιστα εξογκώματα ή αυξομειώσεις ογκιδίων, οι οποίες είναι ενδεχομένως ένα πρώιμο σύμπτωμα καρκίνου του μαστού. Οποιεσδήποτε ασυνήθιστες αλλαγές, θα πρέπει να τις αναφέρετε άμεσα στον γιατρό σας. Όταν ο καρκίνος του μαστού ανιχνεύεται στα πρώτα του στάδια, οι πιθανότητες επιβίωσης αυξάνονται κατακόρυφα.

Στη χώρα μας οι περισσότερες περιπτώσεις καρκίνου του μαστού ανακαλύπτονται από τις ίδιες τις γυναίκες. Υπολογίζεται ότι η τακτική αυτοεξέταση μπορεί να μειώσει τη θνησιμότητα από καρκίνο του μαστού κατά 18-25% στην πενταετία.

Σε ποια ηλικία ξεκινάει;

Συνιστάται να ξεκινά από την ηλικία των 20 ετών. Σκοπός η εξοικείωση της γυναίκας με τη μορφολογία του μαστού και η εφαρμογή της εξέτασης τακτικά (π.χ. κάθε μήνα). Ετήσια ψηλάφηση από γιατρό συνίσταται μετά από την ηλικία των 25 ετών.

Κάθε πότε γίνεται;

Η εξέταση συνιστάται να γίνεται όταν οι μαστοί δεν είναι ευαίσθητοι ή πρησμένοι. Σε γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας το ιδανικό χρονικό διάστημα είναι 5 με 10 ημέρες μετά την αρχή της περιόδου. Καλό είναι να γίνεται πάντα σε συγκεκριμένη ημέρα του κύκλου, για να μην υπάρχει σύγχυση με τις φυσιολογικές μεταβολές που παρατηρούνται στους μαστούς κατά τη διάρκεια του κύκλου.

Σε γυναίκες σε εμμηνόπαυση αρκεί να γίνεται μια συγκεκριμένη ημέρα κάθε μήνα.

Η εξέταση συνιστάται επίσης κατά την εγκυμοσύνη, τη γαλουχία και μετά από πλαστικές επεμβάσεις.

Επισκεφθείτε έναν γιατρό πριν ξεκινήσετε να κάνετε τακτικά αυτοεξέταση του στήθους σας, για να σας πει την εξειδικευμένη γνώμη του για το τι ακριβώς μπορεί να είναι φυσιολογικό για εσάς προσωπικά.

Πώς πρέπει να γίνεται η εξέταση;

Είναι μια διαδικασία που παίρνει συνήθως 10-15 λεπτά και πρέπει να θυμάστε πάντα τρία πράγματα:

  • Να κάνετε οπτική εξέταση μπροστά σε έναν καθρέπτη
  • Να κάνετε εξέταση δια της αφής ενώ είστε σε οριζόντια θέση (ξαπλωμένη)
  • Να κάνετε εξέταση δια της αφής ενώ είστε σε όρθια στάση

Οπτική εξέταση

Η γυναίκα αφαιρεί τελείως τα ρούχα της από τη μέση και πάνω, και στέκεται μπροστά σε έναν καθρέπτη σε δωμάτιο που φωτίζεται πολύ καλά. Σταθείτε όρθια μπροστά στον καθρέπτη με τα χέρια σας κάτω και παράλληλα με το σώμα σας. Παρατηρείστε εάν έχει εμφανιστεί κάτι ασυνήθιστο στην περιοχή των μαστών. Μην τρομάξετε εάν διαπιστώσετε ότι ο ένας σας μαστός είναι λίγο μεγαλύτερος από τον άλλο. Σε πολλές γυναίκες συμβαίνει αυτό χωρίς να σημαίνει ότι υπάρχει κάποια παθολογία. Αυτό που πρέπει να προσέξετε είναι εάν υπάρχει οποιαδήποτε αλλαγή στο μέγεθος ή στο σχήμα των μαστών καθώς επίσης εάν υπάρχει κάποιο εξόγκωμα, εισολκή (τράβηγμα του δέρματος προς τα μέσα) ή ερυθρότητα στη περιοχή του δέρματος ή της θηλής. Η εξέταση αυτή επαναλαμβάνεται με τα χέρια όρθια (σε ανάταση) ή πίσω από το κεφάλι και έπειτα με τα χέρια τοποθετημένα στη μέση πιέζοντας με δύναμη τη λεκάνη ώστε να σφίγγουν οι μύες του στήθους.

Κοιτώντας τους μαστούς σας στον καθρέπτη ψάχνετε για αλλαγές, όπως:

  • Αλλαγή στο μέγεθος, το χρώμα και το σχήμα και των δύο μαστών
  • Αλλαγή στις θηλές
  • Αιμορραγία ή ροή υγρού από τις θηλές
  • Ασυνήθιστα βαθούλωματα, εξογκώματα ή ρυτίδωση στους μαστούς ή στις θηλές
  • Φλέβες που πετάνε περισσότερο από ότι συνήθως

Ψηλάφηση μαστών

Αμέσως μετά την οπτική παρατήρηση του στήθους ακολουθεί η ψηλάφησή του. Με την ψηλάφηση γίνεται έλεγχος στο μαστό και στη μασχάλη για ψηλαφητά ογκίδια τα οποία δεν προϋπήρχαν.

Ξαπλώστε στο κρεβάτι και βάλτε το ένα χέρι πίσω από το κεφάλι σας και με το άλλο χέρι ψηλαφήστε τον απέναντι μαστό. Δηλαδή εάν έχετε βάλει το δεξί χέρι πίσω από το κεφάλι, με το αριστερό σας χέρι εξετάζετε τον δεξιό σας μαστό και αντιστρόφως. Η εξέταση γίνεται χρησιμοποιώντας τα τρία μεσαία δάκτυλα των χεριών σας. Κάντε κυκλικές κινήσεις "σαρώνοντας" όλο το μαστό από έξω προς τα μέσα και από πάνω προς τα κάτω σε όλη του την επιφάνεια (εγκλωβίζουμε το μαστό ανάμεσα στα δάκτυλά μας και στα οστά του θώρακα).

Είναι σημαντικό να πούμε ότι ο μαστός εκτείνεται σε πολύ μεγαλύτερη έκταση απ’ό,τι πιστεύεται και είναι σημαντικό να εξετάζεται όλος. Τελειώνοντας την εξέταση του κάθε μαστού, περάστε τα δάχτυλά σας στη μασχάλη, και πιέζοντας σταθερά και με κυκλικές κινήσεις ψηλαφήστε την κάθε μασχάλη αναζητώντας για ψηλαφητούς λεμφαδένες ή οποιοδήποτε ογκίδιο.

Η ίδια διαδικασία επαναλαμβάνεται σε όρθια θέση. Η ψηλάφηση γίνεται ευκολότερη όταν το δέρμα είναι βρεγμένο και γλιστράει, οπότε η αυτοεξέταση μπορεί να γίνεται και στο ντούς. Καλό θα είναι η γυναίκα να συζητήσει μία φορά με το γιατρό που την παρακολουθεί ετησίως την τεχνική της αυτοεξέτασης για περισσότερες λεπτομέρειες.

Αφού έχετε τελειώσει την ψηλάφηση των μαστών σας, στο τέλος πιέζετε τη θηλή του κάθε στήθους. Εάν δείτε κάποιο έκκριμα, καθαρό ή με αίμα ή κάθε άλλου είδους υγρό από τη θηλή όπως και οποιοδήποτε εύρημα στον μαστό ή τη μασχάλη θα πρέπει να ενημερώσετε αμέσως το γυναικολόγο σας.

Γονιδιακός Έλεγχος BRCA1 & BRCA2

Ο όρος «καρκίνος του μαστού» αναφέρεται στην ανάπτυξη κακοήθους όγκου στην περιοχή του μαστού. Αποτελεί μία από τις συχνότερα εμφανιζόμενες μορφές καρκίνου παγκοσμίως και είναι η πρώτη σε αριθμό κρουσμάτων στο γυναικείο πληθυσμό. Προκαλείται από ανεξέλεγκτο πολλαπλασιασμό παθολογικών κυττάρων που ως αποτέλεσμα προκαλούν το σχηματισμό κακοήθους όγκου στην περιοχή του μαστού. Τα παθολογικά αυτά κύτταρα έχουν τη δυνατότητα διείσδυσης σε γειτονικούς ιστούς ή να εξαπλωθούν (να δώσουν μεταστάσεις) σε μακρινές περιοχές του σώματος, με δυσάρεστες συνέπειες για ολόκληρο τον οργανισμό. Η πιθανότητα εμφάνισης της νόσου σε άντρες είναι υπαρκτή αλλά πολύ μικρή. Όσον αφορά στις γυναίκες, όλες αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο εμφάνισης της νόσου, όχι όμως στον ίδιο βαθμό.

Τα ανθρώπινα γονίδια BRCA1 (breast cancer type 1 susceptibility gene) και BRCA2 (breast cancer type 2 susceptibility gene) ανήκουν στην κατηγορία των ογκοκατασταλτικών γονιδίων, γονίδια δηλαδή των οποίων η φυσιολογική λειτουργία παρεμποδίζει την ογκογένεση. Και τα δύο γονίδια εμπλέκονται στη διατήρηση της σταθερότητας του γονιδιώματος (DNA). Μεταλλάξεις σε αυτά έχουν συσχετιστεί με τον κληρονομικό καρκίνο του μαστού και των ωοθηκών, καθώς και άλλων μορφών καρκίνου (πχ παγκρέατος, παχέως εντέρου, χοληφόρων). Στον γυναικείο πληθυσμό, ο κίνδυνος εμφάνισης καρκίνου του μαστού ή/και των ωοθηκών αυξάνει σε μεγάλο βαθμό αν έχει κληρονομηθεί μετάλλαξη έλλειψης (επιβλαβής) στα γονίδια BRCA1 και BRCA2. Επιπλέον, οι ίδιες μεταλλάξεις στον ανδρικό πληθυσμό προκαλούν καρκίνο του μαστού, αλλά και του προστάτη, ή/και των όρχεων.

Τα γονίδια BRCA1 και BRCA2 ήταν τα πρώτα γονίδια που εντοπίστηκαν, ενοχοποιήθηκαν και συσχετίστηκαν με τον κληρονομικό καρκίνο του μαστού, των ωοθηκών, του προστάτη και του εντέρου.

Ποιά είναι η συχνότητα των μεταλλάξεων στο γενικό πληθυσμό;

Σήμερα γνωρίζουμε ότι ο καρκίνος του μαστού είναι στο 70% των περιπτώσεων σποραδικός και στο 30% των περιπτώσεων οικογενής, δηλαδή «τρέχει» μέσα σε κάποιες οικογένειες. Το 30% του οικογενούς καρκίνου,δηλαδή περίπου το 10% του συνόλου είναι κληρονομικός και από αυτό το ποσοστό,το 80% οφείλεται σε μεταλλάξεις των BRCA1 και BRCA2.

Πρέπει να υποβληθώ σε γενετικό έλεγχο;

Πολλές γυναίκες έχουν συγγενείς με καρκίνο του μαστού, αλλά στις περισσότερες περιπτώσεις αυτό δεν είναι το αποτέλεσμα μεταλλάξεων των γονιδίων BRCA. Ο γενετικός έλεγχος για αυτές τις μεταλλάξεις έχει οικονομικό κόστος και μερικές φορές τα αποτελέσματα δεν δίνουν σαφείς απαντήσεις. Επίσης συνδέονται με σοβαρές ψυχολογικές συνέπειες που θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψιν. Πριν επιλέξει μία γυναίκα να υποβληθεί σε έλεγχο για την ανεύρεση γονιδιακής μετάλλαξης καλό είναι να γνωρίζει τη βαρύτητα αυτής της πληροφορίας για να ξέρει πώς να τη διαχειριστεί. Πρέπει δηλαδή να συνειδητοποιήσει ότι ακόμη και αν υπάρχει η γονιδιακή μετάλλαξη στην οικογένειά της, η ίδια μπορεί να μην την έχει. Γι’ αυτό το λόγο, μόνο οι γυναίκες με ισχυρό οικογενειακό ιστορικό πρέπει να αξιολογούνται για γενετικό έλεγχο των μεταλλάξεων BRCA.

Οι γυναίκες θα πρέπει να παραπέμπονται για γενετική συμβουλευτική και στη συνέχεια για γονιδιακό έλεγχο, εάν τηρούν οποιαδήποτε από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

  • Δύο συγγενείς α’ βαθμού (μητέρα, κόρη ή αδελφή) που έχουν διαγνωσθεί με καρκίνο του μαστού, η μία εκ των οποίων όμως διαγνώστηκε σε ηλικία 50 ετών ή νεότερη
  • Τρεις ή περισσότεροι συγγενείς α’ ή β’ βαθμού (γιαγιά ή θεία) που έχουν διαγνωσθεί με καρκίνο του μαστού, ανεξάρτητα από την ηλικία τους κατά τη διάγνωση
  • Πρώτου ή δευτέρου βαθμού συγγενής που έχει διαγνωσθεί με καρκίνο του μαστού και καρκίνο ωοθηκών
  • Δύο ή περισσότεροι συγγενείς πρώτου και δευτέρου βαθμού οι οποίοι έχουν διαγνωσθεί με καρκίνο ωοθηκών, ανεξάρτητα από την ηλικία κατά τη διάγνωση
  • Μία συγγενής με καρκίνο μαστού και μία με καρκίνο ωοθηκών
  • Μία συγγενής που διαγνώσθηκε με καρκίνο μαστού πριν τα 36 της
  • Ένας συγγενής πρώτου βαθμού που έχει διαγνωστεί με καρκίνο και στους δύο μαστούς (αμφοτερόπλευρος καρκίνος του μαστού)
  • Καρκίνος του μαστού σε άντρα συγγενή

Η συμβουλευτική επίσκεψη σε έναν εξειδικευμένο γενετιστή επιβάλλεται πριν και μετά από ένα γενετικό τεστ με σκοπό :

  • Την εκτίμηση του κινδύνου ανάπτυξης καρκίνου βάση του ατομικού και οικογενειακού ιατρικού ιστορικού του ατόμου και του αποτελέσματος της εξέτασης
  • Την εκτίμηση της καταλληλότητας του γενετικού ελέγχου και της τεχνικής ακρίβειας του τεστ
  • Την εκτίμηση των ιατρικών και κοινωνικών συνεπειών ενός θετικού ή αρνητικού αποτελέσματος
  • Την επεξήγηση ενός διφορούμενου αποτελέσματος
  • Την εκτίμηση και αντιμετώπιση των ψυχολογικών κινδύνων
  • Την εκτίμηση του κινδύνου μετάδοσης μιας μετάλλαξης στα παιδιά

Ποια είναι η συχνότητα εμφάνισης καρκίνου του μαστού ή των ωοθηκών σε γυναίκες με μεταλλάξεις των γονιδίων BRCA1 και BRCA2;

Περίπου το 12% των γυναικών (120 στις 1.000) στον γενικό πληθυσμό θα αναπτύξει καρκίνο του μαστού κάποια στιγμή κατά τη διάρκεια της ζωής τους, σε σύγκριση με περίπου το 40% έως 87% των γυναικών (400 με 870 στις 1.000) που έχουν κληρονομήσει μια μετάλλαξη των BRCA1 ή BRCA2 γονιδίων. Με άλλα λόγια, μια γυναίκα που έχει κληρονομήσει μια τέτοιου τύπου μετάλλαξη των γονιδίων BRCA1 ή BRCA2 έχει περίπου 3 έως 7 φορές περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξει καρκίνο του μαστού από ό,τι μια γυναίκα που δεν παρουσιάζει τέτοια μετάλλαξη.

Όσον αφορά τον καρκίνο των ωοθηκών, η συχνότητα εμφάνισής του στο γενικό πληθυσμό είναι περίπου 1,4% (14 στις 1.000), σε σύγκριση με 16% έως 60% στις γυναίκες (160-600 στις 1.000) οι οποίες παρουσιάζουν τις μεταλλάξεις των BRCA1 ή BRCA2 γονιδίων.

Πως πραγματοποιείται η εξέταση;

Χρησιμοποιούνται διάφορες τεχνικές για την ανίχνευση των μεταλλάξεων των γονιδίων BRCA1 και BRCA2 και πραγματοποιούνται με μια απλή λήψη αίματος.

Τι σημαίνει ένα θετικό αποτέλεσμα;

Ένα θετικό αποτέλεσμα δείχνει γενικά ότι ένα άτομο έχει κληρονομήσει μία επιβλαβή μετάλλαξη σε κάποιο από τα BRCA1 ή BRCA2 γονίδια και ως εκ τούτου, έχει αυξημένο κίνδυνο να αναπτύξει μελλοντικά ορισμένες μορφές καρκίνου.

Ωστόσο, ένα θετικό αποτέλεσμα μας παρέχει μόνο την πληροφορία ότι η γυναίκα έχει αυξημένο κίνδυνο (περισσότερες πιθανότητες) να αναπτύξει καρκίνο αλλά δεν μπορεί να μας πει εάν θα αναπτύξει σίγουρα καρκίνο ή πότε. Αυτό σημαίνει ότι δεν θα αναπτύξουν όλες οι γυναίκες που κληρονομούν μια γονιδιακή μετάλλαξη των BRCA1 ή BRCA2 καρκίνο του μαστού ή των ωοθηκών.

Τι σημαίνει ένα αρνητικό αποτέλεσμα;

Σε αυτή την περίπτωση η ερμηνεία του αποτελέσματος είναι πιό δύσκολη καθώς στο 8 με 10% των περιπτώσεων το αποτέλεσμα μπορεί να είναι ψευδώς αρνητικό. Το πώς ένα αρνητικό αποτέλεσμα της εξέτασης αυτής θα πρέπει να ερμηνευθεί, εξαρτάται από το εάν ή όχι κάποιος από την οικογένεια του εξεταζόμενου είναι γνωστό ότι φέρει μεταλλάξεις των BRCA1 ή BRCA2.

Αν υπάρχει γνωστή μετάλλαξη των BRCA1 και BRCA2 στην οικογένεια και το αποτέλεσμα είναι αρνητικό για την εξεταζόμενη, τότε είναι απίθανο να υπάρχει κληρονομική προδιάθεση για την ίδια. Βέβαια αυτό δε σημαίνει ότι αποκλείεται η εξεταζόμενη να αναπτύξει καρκίνο, αλλά ότι ο κίνδυνος που διατρέχει είναι ίδιος με το γενικό πληθυσμό.

Αν δεν είναι γνωστό αν υπάρχει μετάλλαξη των BRCA1 και BRCA2 στην οικογένεια, ένα αρνητικό αποτέλεσμα δεν είναι κατατοπιστικό και δε μπορεί να αποκλείσει την ύπαρξη κληρονομικής προδιάθεσης στην εξεταζόμενη, η οποία να μη συνδέεται με μεταλλάξεις των BRCA1 και BRCA2, αλλά με μεταλλάξεις άλλων γονιδίων όπως το PALB2 ή και γονιδίων που δεν έχουν ακόμη ταυτοποιηθεί.

Τι επιλογές υπάρχουν σε περίπτωση θετικού αποτελέσματος;

Η θεραπευτική απόφαση για τη μείωση του κινδύνου ανάπτυξης καρκίνου των φορέων των γονιδίων BRCA1 και BRCA2, αποτελεί ένα δύσκολο θεραπευτικό δίλημμα και πρέπει να εξατομικεύεται. Οι θεραπευτικές επιλογές σήμερα είναι:

  • Ένταξη σε πρόγραμμα τακτικού (εντατικού) προσυμπτωματικού ελέγχου
  • Προφυλακτικές χειρουργικές επεμβάσεις (μαστεκτομή – ωοθηκεκτομή)
  • Χημειοπροφύλαξη
  • Αλλαγή του τρόπου ζωής. Περιλαμβάνει γενικά μέτρα όπως η σωστή διατροφή, η τακτική άσκηση και η αποφυγή όλων των γνωστών παραγόντων κινδύνου

Ένταξη σε πρόγραμμα τακτικού προσυμπτωματικού ελέγχου, ο οποίος δίνει τη δυνατότητα πρώιμης ανίχνευσης της νόσου. Ο προσυμπτωματικός έλεγχος δεν επηρεάζει τη συχνότητα εμφάνισης της νόσου, αλλά δίνει τη δυνατότητα διάγνωσης του καρκίνου σε αρχικά στάδια, που είναι αντιμετωπίσιμα.

Ο προσυμπτωματικός έλεγχος για τον καρκίνο του μαστού περιλαμβάνει την ψηφιακή μαστογραφία, το υπερηχογράφημα μαστών, την κλινική εξέταση, την αυτοεξέταση και τη μαγνητική μαστογραφία. Συγκεκριμένα, η παρακολούθηση φορέων των μεταλλάξεων περιλαμβάνει:

  • μηνιαία αυτοεξέταση από την ηλικία των 18 ετών
  • κλινική εξέταση 3-4 φορές ετησίως από την ηλικία των 25 ετών
  • ετήσια μαστογραφία και μαγνητική μαστογραφία από την ηλικία των 25 ετών ή εξατομικευμένα

Ο προσυμπτωματικός έλεγχος για τον καρκίνο των ωοθηκών περιλαμβάνει την κλινική εξέταση, το ενδοκολπικό υπερηχογράφημα και την αιματολογική εξέταση για τον καρκινικό δείκτη Ca 125.

Δεν είναι βέβαιο αν στις περιπτώσεις κληρονομικού καρκίνου, μπορεί ο προσυμπτωματικός έλεγχος από μόνος του να συμβάλει ουσιαστικά στη μείωση της πιθανότητας εξέλιξης σε προχωρημένη νόσο.

Προφυλακτικές χειρουργικές επεμβάσεις. Η προφυλακτική μαστεκτομή και σαλπιγγοωοθηκεκτομή μειώνουν σημαντικά τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου. Παρά τη φαινομενικά πλήρη αφαίρεση των επικίνδυνων ιστών παραμένει ένας μικρός κίνδυνος (5-10%) εμφάνισης καρκίνου. Αυτό συμβαίνει επειδή δεν είναι εφικτό να γίνει πλήρης αφαίρεση των επικίνδυνων για την ανάπτυξη καρκίνου ιστών. Η προφυλακτική μαστεκτομή με ταυτόχρονη αποκατάσταση μειώνει τον κίνδυνο να νοσήσει μία γυναίκα από καρκίνο του μαστού πάνω από 95%. Επίσης η προφυλακτική αμφοτερόπλευρη ωοθηκεκτομή που γίνεται λαπαροσκοπικά μειώνει κατά 97-98% τον κίνδυνο να νοσήσει από καρκίνο ωοθηκών-σαλπίγγων ή περιτοναίου.

Χημειοπροφύλαξη. Συνίσταται στη χορήγηση ορισμένων φαρμάκων (όπως η ταμοξιφαίνη και η ραλοξιφένη) που φαίνεται να μειώνουν τον κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του μαστού σε γυναίκες που έχουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης ή τον κίνδυνο υποτροπής σε γυναίκες που έχουν διαγνωστεί ήδη με καρκίνο του μαστού.

Υπάρχουν άλλα γνωστά γονίδια των οποίων οι μεταλλάξεις σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του μαστού;

Μέχρι τώρα, περά από τα BRCA1 και BRCA2, έχει ταυτοποιηθεί επίσης το BRCA3, αλλά και ένα ακόμη γονίδιο, οι μεταλλάξεις του οποίου σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του μαστού. Πρόκειται για το PALB2, οι μεταλλάξεις του οποίου αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού κατά 35%.

Εκτός από τα παραπάνω, παθολογικές μεταλλάξεις και σε άλλα γονίδα όπως τα TP53, PTEN, STK11/LKB1, CDH1, CHEK2, ATM, MLH1 και MSH2, έχουν σήμερα συσχετιστεί με τον κληρονομικό καρκίνο μαστού ή/και ωοθηκών.